Τρίτη, 01 Δεκεμβρίου 2009

Προμηθεὺς πλάσας ποτὲ ἀνθρώπους δύο πήρας ἐξ αὐτῶν ἀπεκρέμασε, τὴν μὲν ἀλλοτρίων κακῶν, τὴν δὲ ἰδίων, καὶ τὴν μὲν τῶν ὀθνείων ἔμπροσθεν ἔταξε, τὴν δὲ ἑτέραν ὄπισθεν ἀπήρτησεν. Ἐξ οὗ δὴ συνέβη τοὺς ἀνθρώπους τὰ μὲν ἀλλότρια κακὰ ἐξ ἀπόπτου κατοπτάζεσθαι, τὰ δὲ ἴδια μὴ προορᾶσθαι

Πέμπτη 29 Ιουλίου 2010

Ο Τελευταίος Γενίτσαρος

ΒΑΛΚΑΝΙΚΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ


ΤΟΥΡΚΙΑ
REHA CAMUROGLU
Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΓΕΝΙΤΣΑΡΟΣ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΘΑΝΟΣ ΖΑΡΑΓΚΑΛΗΣ
ΟΛΚΟΣ 2001
σελ. 364


Ο Τούρκος ιστορικός και μυθιστοριογράφος Ρεχά Τσαμούρογλου (γεννημένος στην Πόλη το 1958), βουλευτής σήμερα του κόμματος της Δικαιοσύνης, με πτυχίο ιστορίας από το Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου και επισκέπτης-καθηγητής σε γερμανικά πανεπιστήμια, έχει τιμηθεί στην Τουρκία με το βραβείο του καλύτερου μυθιστορήματος για το 2001.
Στον «Τελευταίο Γενίτσαρο», που εκδόθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 2000, καταπιάνεται με ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον εγχείρημα: να μας περιγράψει ανάγλυφα μέσα από τη μυθιστορηματική πλοκή του έργου του, τη ζωή, καθώς και τις θρησκευτικές και πολιτικές αντιλήψεις του τάγματος των γενιτσάρων από το 1770 ως την εξόντωσή τους από την κεντρική εξουσία το 1826. Σ’ αυτό το χρονικό διάστημα ζουν και κινούνται οι χαρακτήρες του μυθιστορήματος, εντελώς αυτόνομα όμως, χωρίς δηλαδή να δίνεται η εντύπωση στον αναγνώστη ότι κρατάει στα χέρια του κάποιο ιστορικό δοκίμιο. Είναι γνωστό ότι το σώμα των γενιτσάρων συστήθηκε κατά τον ΙΔ’ αιώνα από τον σουλτάνο Ορχάν και αποτελούσε στην αρχή μια μορφή παιδομαζώματος από τους χριστιανικούς πληθυσμούς της Ρούμελης. Οι γενίτσαροι, σκληρά εκπαιδευμένοι, και με ιδιαίτερα οικονομικά και κοινωνικά προνόμια, αποτέλεσαν τον κύριο μοχλό της εξάπλωσης του σουλτανάτου ως την κεντρική Ευρώπη (ΙΖ’ αι.), αλλά με τον καιρό αυτονομήθηκαν ιδεολογικά, καθώς οι σουλτάνοι υποχρεώθηκαν από τις μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης να παραχωρήσουν μια σειρά από προνόμια στους χριστιανούς υπηκόους τους, πολιτική που έβρισκε αντίθετο το στρατιωτικό αυτό σώμα. Έτσι, την εποχή στην οποία διαδραματίζεται η ιστορία μας, οι γενίτσαροι έχουν εξελιχθεί σε μέγα πρόβλημα για την Υψηλή Πύλη, καθώς συχνά-πυκνά σήκωναν κεφάλι και αντιδρούσαν σε πολλά διατάγματά της.
Η πλοκή του έργου έχει ως αφετηρία το 1769 και την αιχμαλωσία του Πέτρου, γιου του Μιχαήλ και στρατιώτη της τσαρίνας Αικατερίνης, από τούρκους γενιτσάρους κατά τη διάρκεια μιας ρωσοτουρκικής σύγκρουσης στη Βεσσαραβία. Ο εικοσάχρονος αυτός στρατιώτης θα μεταφερθεί στην Ισταμπούλ (που λέγεται με σκόπιμη παραφθορά Ισλαμπούλ σ’ ολόκληρο το μυθιστόρημα), θα αλλαξοπιστήσει και θα υπηρετήσει σ’ όλη του τη ζωή ως Αμπντουλάχ το γενίτσαρο Αρίφ αγά που τον αιχμαλώτισε. Καθώς μάλιστα η γυναίκα του γέννησε εκείνες της μέρες κι ένα γιο, ο Αριφ Αγάς θεωρώντας το γεγονός αυτό θεϊκό σημάδι, υιοθετεί τον νέο του σκλάβο και τον παντρεύει με την κόρη του.
Με αφηγητές λοιπόν πότε τον Αμπντουλάχ (στο βιβλίο αναφέρεται ως «Ξανθός αγάς) και πότε τον ενήλικο πια γιο του αφέντη του, τον Σαμπίτ, θα παρακολουθήσουμε τα πιο σημαντικά συμβάντα που διαδραματίστηκαν στην Κωνσταντινούπολη ως τη νύχτα της 26ης Ιουνίου 1826, που συντελέστηκε η αποτρόπαιη σφαγή του τάγματος των γενιτσάρων από το σουλτάνο Μαχμούντ. Όμως αυτά τα γεγονότα (πυρκαγιές, ομηρικές συγκρούσεις των γενιτσάρων με άλλα στρατιωτικά σώματα) λειτουργούν ως καθαρή μουσική υπόκρουση στο στήσιμο των χαρακτήρων του έργου. Χαρακτήρες που περιγράφονται αδρά και πειστικά με τις ιδιαιτερότητες και τις μεταξύ τους συγκρούσεις. Παίρνουμε μια ιδέα από τις εκστρατείες των γενιτσάρων και τις μάχες που έδωσαν με τους αυστριακούς στα εδάφη των Αψβούργων, αλλά και τη συμμετοχή τους στην αντιμετώπιση των εθνικιστικών κινημάτων της Σερβίας και της Ελλάδας. Αξίζει να σημειωθεί λ.χ. ότι παρακολουθούμε, από την τουρκική πλευρά πάντα, την πολιορκία, αλλά και την έξοδο του Μεσολογγίου, με ιδιαίτερο σεβασμό είναι αλήθεια (ίσως και θαυμασμό), χωρίς εθνικιστικές εξάρσεις.
Στο επίπεδο της περιγραφής των χαρακτήρων του έργου διαπιστώνουμε τον ομαλό εγκλιματισμό του Αμπντουλάχ σε μια νέα ζωή που ελάχιστα θυμίζει την παλιά του. Βέβαια κάποιες στιγμές τον τυραννάει μια αυτονόητη νοσταλγία για την τελευταία, αλλά χωρίς ιδιαίτερες πιέσεις δέχεται να υπηρετήσει τη μουσουλμανική πίστη, γεγονός που του εξασφαλίζει μια άνετη και αξιοπρεπή ζωή που είναι αμφίβολο αν θα την είχε στην πατρίδα του. Ο αφέντης του πάλι, ο τσορμπατζής Αρίφ αγάς, αγωνίζεται ως το θάνατό του για το δόγμα των Μπεκτασήδων, που είναι το κυρίαρχο μουσουλμανικό δόγμα των γενιτσάρων, καθώς και για την υπεράσπιση τηςν ιδεολογικής θέσης του τάγματος. Όσο για το γιο του, τον Σαμπίτ, που γρήγορα ανέρχεται στα πιο ψηλά αξιώματα της ιεραρχίας του τάγματος, διαπιστώνουμε ότι αγνοώντας τις νέες ιστορικές συνθήκες, αρνείται να συμβιβαστεί με τη νέα πραγματικόητα, όταν ακόμη και το μουσουλμανικό ιερατείο, που παραδοσιακά στήριζε το τάγμα, συντάσσεται με την πλευρά της κεντρικής εξουσίας. Έτσι θυσιάζεται για μια χαμένη υπόθεση. Είναι ο τελευταίος γενίτσαρος… Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ρόλος των γυναικείων χαρακτήρων, περιθωριακός, όπως ταίριαζε στη μουσουλμανική κοινωνία της Πόλης, ελάχιστα συμβάλλει στην οικονομία του έργου.
Το μυθιστόρημα εκδίδεται «με την υποστήριξη του τουρκικού Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού» (Αλήθεια μια παρόμοια υποστήριξη παρέχεται σε αντίστοιχες ελληνικές εκδόσεις;)

Δεν υπάρχουν σχόλια: