Η οινοχόη από το Δίπυλο (740-720 π. Χ.)
πάνω στην οπία είναι χαραγμένη η παλιότερη επιγραφή
στο ελληνικό αλφάβητο (διαβάζεται από τα δεξιά προς τα αριστερά). Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
ΕΛΛΗΝΙΚΗ
ΓΛΩΣΣΑ
ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΑ ΠΑΡΑΛΗΡΗΜΑΤΑ
ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΑ ΠΑΡΑΛΗΡΗΜΑΤΑ
Έφτασε στην οθόνη μου με κάποιο e-mail –και με την παρότρυνση του αποστολέα να το προσέξω γιατί είναι σημαντικό- ένα μακροσκελές κείμενο σχετικό με την ελληνική γλώσσα, προερχόμενο από γνωστό ηλεκτρονικό περιοδικό εθνικιστικών τάσεων, ένα κείμενο παραληρηματικού χαρακτήρα, όπου εκθειάζεται η ελληνική γλώσσα, καθώς είναι η παλιότερη του κόσμου, η πλούσια απ’ όλες τις σύγχρονες γλώσσες, η περιούσια γλώσσα που αντέγραψαν οι απανταχού της γης λαοί και στην οποία όλοι καταφεύγουν και σήμερα, για να εκφράσουν τα πιο σύνθετα συναισθήματά τους και τις πιο περίπλοκες ιδέες τους. Επειδή τον τελευταίο καιρό παρόμοια κείμενα κυκλοφορούν όλο και πιο συχνά στο διαδίκτυο και συναρπάζουν όχι μόνο τους αδαείς και τους ημιμαθείς, αλλά και όσους έχουν κάποια σχετική – όχι απαραίτητα ειδική- παιδεία, πήρα την απόφαση σχολιάσω το κείμενο, χωρίς φόβο και πάθος, κάνοντάς το «φύλλο και φτερό».
Το κείμενο τιτλοφορείται «η μαγεία της ελληνικής γλώσσας». Και μόνο από τον τίτλο κατανοεί κανείς τις προθέσεις του συγγραφέα, καθώς και την «επιστημονικότητα» του κειμένου. Ε. λοιπόν, καμιά μαγεία δεν διακρίνει την ελληνική γλώσσα, τουλάχιστον σε σύγκριση με πολλές άλλες. Μαγεία είναι η επίπονη δημιουργία της γλώσσας, αυτής καθεαυτής, μέσα στους αιώνες και η εξάπλωσή της μετά από χιλιάδες χρόνια στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα.
Το ότι «η ελληνική γλώσσα είναι η ανώτερη μορφή γλώσσας που έχει επινοήσει ποτέ το ανθρώπινο πνεύμα», θυμίζει τα αντίστοιχα παραληρήματα του Χίτλερ για την Αρία Φυλή.
Το ότι η ελληνική γλώσσα (αλήθεια, ποια γλώσσα; Η ομηρική, η κλασσική ελληνική, η ελληνιστική κοινή, η μεσαιωνική κοινή, η νεότερη καθαρεύουσα ή η σύγχρονη δημοτική;) διακρίνεται για το πλήθος των «λεξιτύπων» της είναι πασιφανές. Αν μάλιστα συνυπολογίσουμε και τους λεξίτυπους της προομηρικής ελληνικής που προέκυψαν από την αποκρυπτογράφηση της «γραμμικής Β» γραφής, πράγματι το πλήθος αυτό γίνεται εντυπωσιακό. Αλλά το πλήθος των λεξίτυπων μιας αλληλουχίας γλωσσών μέσα στο χρόνο δε σημαίνει ότι αυτές είναι ιδιαίτερα πλούσιες, καθώς μέσα στο πέρασμα χιλιάδων χρόνων κάθε γλώσσα περνάει από πολλές μορφές, όπως κάθε ζωντανός οργανισμός. Η μορφή της ομηρικής ελληνικής λ. χ. έχει αφήσει ελάχιστους λεξίτυπους στη σημερινή γλώσσα. Όποιος ισχυρίζεται το αντίθετο, ας διαβάσει τους πρώτους δυο στίχους της Οδύσσειας, για να δει τι θα καταλάβει:
Άνδρα μοι έννεπε, Μούσα πολύτροπον, ος μάλα πόλλα
πλάγχθη επεί Τροίης ιερόν πτολίεθρον έπερσεν
Από τους δεκατέσσερις λεξίτυπους των δυο αυτών στίχων μόνο δύο δεν μου υπογραμμίζει ο αυτόματος διορθωτής μου (της ομιλούμενης ελληνικής): το «άνδρα» και το «Μούσα»! Η μορφή της κλασικής ελληνικής άφησε βέβαια πίσω της λίγο περισσότερους τύπους, της ελληνιστικής ακόμη περισσότερους κλπ. Μόνο που κάθε νέα μορφή της ελληνικής διέγραφε οριστικά και αμετάκλητα ένα μεγάλο αριθμό λεξίτυπων της προηγούμενης. Το ότι η πολυτυπία μιας γλώσσας είναι συνυφασμένη με τον πλούτο και την αρτιότητά της, είναι καθαρός παραλογισμός. Κι αυτό γιατί στην πραγματικότητα, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Με το χρόνο μια «δουλεμένη» γλώσσα, παρά την αύξηση του λεξιλογικού της πλούτου, συμπτύσσει τους πολλούς τύπους των λέξεων (λεξίτυπους) και τους ελαχιστοποιεί. Ένα παράδειγμα: στις προκλασικές ελληνικές διαλέκτους εμφανίζονται εφτά πτώσεις στην κλίση των ουσιαστικών (+οργανική-αφαιρετική) και τρεις αριθμοί (+δυικός). Στην κλασική μορφή της η ελληνική καταργεί την οργανική και την αφαιρετική πτώση , καθώς και το δυικό αριθμό, γιατί προφανώς «περίσσευαν». Και βέβαια η γλώσσα του Θουκυδίδη δεν είναι υποδεέστερη από εκείνη του Αρχίλοχου και της Σαπφούς, επειδή δεν εμφανίζονται εκεί οι πτώσεις οργανική και αφαιρετική και ο δυικός αριθμός.… Το ότι στη σύγχρονη ελληνική οι πτώσεις περιορίζονται σε τρεις (ονομαστική -γενική-αιτιατική) με τάση να καταλήξουν σε δύο (ονομαστική και γενική) δεν αποτελεί μειονέκτημα, αλλά είναι σημάδι εξελικτικής προόδου της γλώσσας. Η πολυτυπία μάλιστα της ελληνικής είναι... τόσο μεγάλη, ώστε ανάγκασε το συντάκτη του άρθρου να σκοντάψει στο όνομα του Έκτορα (γράφει Έκτωρα, σελ. 4)!
Το ότι όλα τα λεξικά των μεγάλων ευρωπαϊκών γλωσσών ετυμολογούν τις ευρωπαϊκές λέξεις από τη λατινική το κάνουν γιατί αυτό είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο εδώ και αιώνες. Κι αυτό γιατί το ότι «η πλειονότης των λατινικών λέξεων έχει ελληνική ρίζα επειδή αντέγραψαν- τάχα- τις ελληνικές» αποτελεί τουλάχιστον κωμικό. Πράγματι πολλές λατινικές λέξεις έχουν κοινή ρίζα με τις αντίστοιχες ελληνικές, αλλά αυτό οφείλεται στο ότι και οι δυο γλώσσες έχουν κοινή προγονική γλώσσα – την ινδοευρωπαϊκή-. (πρβ status-ίσταμαι).
Τι να πει κανείς για την ετυμολόγηση του αγγλοσαξονικού kiss από το ελληνικό κυνέω-ώ; Αυτό δεν ακούγεται μόνο, αλλά είναι αστείο. Απλούστατα γιατί το ρήμα αυτό με τη σημασία του «φιλώ» συναντιέται σχεδόν αποκλειστικά στον Όμηρο. Έκτοτε εξαφανίζεται. Πράγμα που σημαίνει ότι το 750 π.Χ. οι Αγγλοσάξονες –που… δεν είχαν δική τους λέξη γι΄ αυτή την έννοια- ταξίδεψαν από τα πέρατα της Ευρώπης, ως το νότιο άκρο της και «δανείστηκαν» τη λέξη από τους Έλληνες. Βέβαια την εποχή αυτή κανένας από τους δύο λαούς δε γνώριζε την ύπαρξη του άλλου!
Όσο για τη θαυμαστή κυριολεξία της (αρχαίας) ελληνικής γλώσσας (κεράννυμι, μιγνύω, άγω φέρω κλπ.) δεν έχει άδικο ο συντάκτης του άρθρου. Τι θα ‘λεγε όμως αν ήξερε ότι οι «βάρβαροι» Εσκιμώοι διαθέτουν δεκατρείς λέξεις για να δηλώσουν τις διάφορες μορφές του χιονιού;
Στη συνέχεια οδύρεται γιατί με τα χρόνια η λέξη «νυμφεύομαι» αντικαταστάθηκε από το «παντρεύομαι». Αλλά η γλώσσα – κάθε γλώσσα- ποτέ δεν υπακούει σε υποδείξεις «ειδικών». Από τη στιγμή που το «νυμφεύομαι» θεωρήθηκε περιττό, εξοβελίστηκε. Θυμάμαι τον αγώνα των φιλολόγων μας πριν από αμέτρητα χρόνια να μας πείσουν να γράφουμε «αγγελιαφόρος», καθώς αυτό ήταν το ετυμολογικά ορθό. Και σήμερα διαβάζω καθημερινά την εφημερίδα Αγγελιοφόρος χωρίς καθόλου να ενοχλούμαι.
Ακολουθούν μια σειρά από παρατηρήσεις ετυμολογικού χαρακτήρα που είναι τουλάχιστον εξωφρενικές:
Για την ετυμολογία της λέξης «άρχων» ο συντάκτης του άρθρου θα έπρεπε να προταθεί για βραβείο Γκίνες φαντασίας. Προτείνει: άρχων= άρα γην έχων!) Αλλά το ρήμα άρχω είναι πρωτότυπο, όχι παράγωγο και η μετοχή του (εδώ ουσιαστικοποιημένη) είναι άρχων =αυτός που κυβερνά
Η ετυμολόγηση της λέξης «άνθρωπος» από τα άνω+θρώσκω υπήρξε ένα πετυχημένο ανέκδοτο του προπερασμένου αιώνα. Δε φανταζόμουν ότι θα επιβιώνει και σήμερα. Η θέση της γλωσσικής επιστήμης είναι ότι αυτή η λέξη, πιθανόν να έχει σχέση με τις λέξεις ανήρ-ανδρός + οράω/ώ (παρακ. όπωπα) ή, καθώς και πολλές άλλες, (όπως η λέξη «θάλασσα») θα πρέπει να έχει προελληνική προέλευση.
Όσο για το πιρούνι: η λέξη δεν προέρχεται απευθείας από το αρχαίο «πείρω» αλλά από το παράγωγό της περόνης-περόνιον…Άρα ορθώς πιρούνι.
Στη συνέχεια ολοφύρεται πάλι γιατί η «μουσικότητα» της ελληνικής γλώσσας (διάβαζε: προσωδία) χάθηκε στα … «μαύρα χρόνια της τουρκοκρατίας». Αλλά αυτή είχε ήδη εκλείψει από τα ύστερα ελληνιστικά χρόνια. Γι αυτό και από τότε παρατηρούμε σε επιγραφές τα πρώτα ορθογραφικά λάθη. Έτσι διαβάζουμε σε επιτύμβια επιγραφή του Α’ μ. Χ. αι.:
Το κείμενο τιτλοφορείται «η μαγεία της ελληνικής γλώσσας». Και μόνο από τον τίτλο κατανοεί κανείς τις προθέσεις του συγγραφέα, καθώς και την «επιστημονικότητα» του κειμένου. Ε. λοιπόν, καμιά μαγεία δεν διακρίνει την ελληνική γλώσσα, τουλάχιστον σε σύγκριση με πολλές άλλες. Μαγεία είναι η επίπονη δημιουργία της γλώσσας, αυτής καθεαυτής, μέσα στους αιώνες και η εξάπλωσή της μετά από χιλιάδες χρόνια στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα.
Το ότι «η ελληνική γλώσσα είναι η ανώτερη μορφή γλώσσας που έχει επινοήσει ποτέ το ανθρώπινο πνεύμα», θυμίζει τα αντίστοιχα παραληρήματα του Χίτλερ για την Αρία Φυλή.
Το ότι η ελληνική γλώσσα (αλήθεια, ποια γλώσσα; Η ομηρική, η κλασσική ελληνική, η ελληνιστική κοινή, η μεσαιωνική κοινή, η νεότερη καθαρεύουσα ή η σύγχρονη δημοτική;) διακρίνεται για το πλήθος των «λεξιτύπων» της είναι πασιφανές. Αν μάλιστα συνυπολογίσουμε και τους λεξίτυπους της προομηρικής ελληνικής που προέκυψαν από την αποκρυπτογράφηση της «γραμμικής Β» γραφής, πράγματι το πλήθος αυτό γίνεται εντυπωσιακό. Αλλά το πλήθος των λεξίτυπων μιας αλληλουχίας γλωσσών μέσα στο χρόνο δε σημαίνει ότι αυτές είναι ιδιαίτερα πλούσιες, καθώς μέσα στο πέρασμα χιλιάδων χρόνων κάθε γλώσσα περνάει από πολλές μορφές, όπως κάθε ζωντανός οργανισμός. Η μορφή της ομηρικής ελληνικής λ. χ. έχει αφήσει ελάχιστους λεξίτυπους στη σημερινή γλώσσα. Όποιος ισχυρίζεται το αντίθετο, ας διαβάσει τους πρώτους δυο στίχους της Οδύσσειας, για να δει τι θα καταλάβει:
Άνδρα μοι έννεπε, Μούσα πολύτροπον, ος μάλα πόλλα
πλάγχθη επεί Τροίης ιερόν πτολίεθρον έπερσεν
Από τους δεκατέσσερις λεξίτυπους των δυο αυτών στίχων μόνο δύο δεν μου υπογραμμίζει ο αυτόματος διορθωτής μου (της ομιλούμενης ελληνικής): το «άνδρα» και το «Μούσα»! Η μορφή της κλασικής ελληνικής άφησε βέβαια πίσω της λίγο περισσότερους τύπους, της ελληνιστικής ακόμη περισσότερους κλπ. Μόνο που κάθε νέα μορφή της ελληνικής διέγραφε οριστικά και αμετάκλητα ένα μεγάλο αριθμό λεξίτυπων της προηγούμενης. Το ότι η πολυτυπία μιας γλώσσας είναι συνυφασμένη με τον πλούτο και την αρτιότητά της, είναι καθαρός παραλογισμός. Κι αυτό γιατί στην πραγματικότητα, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Με το χρόνο μια «δουλεμένη» γλώσσα, παρά την αύξηση του λεξιλογικού της πλούτου, συμπτύσσει τους πολλούς τύπους των λέξεων (λεξίτυπους) και τους ελαχιστοποιεί. Ένα παράδειγμα: στις προκλασικές ελληνικές διαλέκτους εμφανίζονται εφτά πτώσεις στην κλίση των ουσιαστικών (+οργανική-αφαιρετική) και τρεις αριθμοί (+δυικός). Στην κλασική μορφή της η ελληνική καταργεί την οργανική και την αφαιρετική πτώση , καθώς και το δυικό αριθμό, γιατί προφανώς «περίσσευαν». Και βέβαια η γλώσσα του Θουκυδίδη δεν είναι υποδεέστερη από εκείνη του Αρχίλοχου και της Σαπφούς, επειδή δεν εμφανίζονται εκεί οι πτώσεις οργανική και αφαιρετική και ο δυικός αριθμός.… Το ότι στη σύγχρονη ελληνική οι πτώσεις περιορίζονται σε τρεις (ονομαστική -γενική-αιτιατική) με τάση να καταλήξουν σε δύο (ονομαστική και γενική) δεν αποτελεί μειονέκτημα, αλλά είναι σημάδι εξελικτικής προόδου της γλώσσας. Η πολυτυπία μάλιστα της ελληνικής είναι... τόσο μεγάλη, ώστε ανάγκασε το συντάκτη του άρθρου να σκοντάψει στο όνομα του Έκτορα (γράφει Έκτωρα, σελ. 4)!
Το ότι όλα τα λεξικά των μεγάλων ευρωπαϊκών γλωσσών ετυμολογούν τις ευρωπαϊκές λέξεις από τη λατινική το κάνουν γιατί αυτό είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο εδώ και αιώνες. Κι αυτό γιατί το ότι «η πλειονότης των λατινικών λέξεων έχει ελληνική ρίζα επειδή αντέγραψαν- τάχα- τις ελληνικές» αποτελεί τουλάχιστον κωμικό. Πράγματι πολλές λατινικές λέξεις έχουν κοινή ρίζα με τις αντίστοιχες ελληνικές, αλλά αυτό οφείλεται στο ότι και οι δυο γλώσσες έχουν κοινή προγονική γλώσσα – την ινδοευρωπαϊκή-. (πρβ status-ίσταμαι).
Τι να πει κανείς για την ετυμολόγηση του αγγλοσαξονικού kiss από το ελληνικό κυνέω-ώ; Αυτό δεν ακούγεται μόνο, αλλά είναι αστείο. Απλούστατα γιατί το ρήμα αυτό με τη σημασία του «φιλώ» συναντιέται σχεδόν αποκλειστικά στον Όμηρο. Έκτοτε εξαφανίζεται. Πράγμα που σημαίνει ότι το 750 π.Χ. οι Αγγλοσάξονες –που… δεν είχαν δική τους λέξη γι΄ αυτή την έννοια- ταξίδεψαν από τα πέρατα της Ευρώπης, ως το νότιο άκρο της και «δανείστηκαν» τη λέξη από τους Έλληνες. Βέβαια την εποχή αυτή κανένας από τους δύο λαούς δε γνώριζε την ύπαρξη του άλλου!
Όσο για τη θαυμαστή κυριολεξία της (αρχαίας) ελληνικής γλώσσας (κεράννυμι, μιγνύω, άγω φέρω κλπ.) δεν έχει άδικο ο συντάκτης του άρθρου. Τι θα ‘λεγε όμως αν ήξερε ότι οι «βάρβαροι» Εσκιμώοι διαθέτουν δεκατρείς λέξεις για να δηλώσουν τις διάφορες μορφές του χιονιού;
Στη συνέχεια οδύρεται γιατί με τα χρόνια η λέξη «νυμφεύομαι» αντικαταστάθηκε από το «παντρεύομαι». Αλλά η γλώσσα – κάθε γλώσσα- ποτέ δεν υπακούει σε υποδείξεις «ειδικών». Από τη στιγμή που το «νυμφεύομαι» θεωρήθηκε περιττό, εξοβελίστηκε. Θυμάμαι τον αγώνα των φιλολόγων μας πριν από αμέτρητα χρόνια να μας πείσουν να γράφουμε «αγγελιαφόρος», καθώς αυτό ήταν το ετυμολογικά ορθό. Και σήμερα διαβάζω καθημερινά την εφημερίδα Αγγελιοφόρος χωρίς καθόλου να ενοχλούμαι.
Ακολουθούν μια σειρά από παρατηρήσεις ετυμολογικού χαρακτήρα που είναι τουλάχιστον εξωφρενικές:
Για την ετυμολογία της λέξης «άρχων» ο συντάκτης του άρθρου θα έπρεπε να προταθεί για βραβείο Γκίνες φαντασίας. Προτείνει: άρχων= άρα γην έχων!) Αλλά το ρήμα άρχω είναι πρωτότυπο, όχι παράγωγο και η μετοχή του (εδώ ουσιαστικοποιημένη) είναι άρχων =αυτός που κυβερνά
Η ετυμολόγηση της λέξης «άνθρωπος» από τα άνω+θρώσκω υπήρξε ένα πετυχημένο ανέκδοτο του προπερασμένου αιώνα. Δε φανταζόμουν ότι θα επιβιώνει και σήμερα. Η θέση της γλωσσικής επιστήμης είναι ότι αυτή η λέξη, πιθανόν να έχει σχέση με τις λέξεις ανήρ-ανδρός + οράω/ώ (παρακ. όπωπα) ή, καθώς και πολλές άλλες, (όπως η λέξη «θάλασσα») θα πρέπει να έχει προελληνική προέλευση.
Όσο για το πιρούνι: η λέξη δεν προέρχεται απευθείας από το αρχαίο «πείρω» αλλά από το παράγωγό της περόνης-περόνιον…Άρα ορθώς πιρούνι.
Στη συνέχεια ολοφύρεται πάλι γιατί η «μουσικότητα» της ελληνικής γλώσσας (διάβαζε: προσωδία) χάθηκε στα … «μαύρα χρόνια της τουρκοκρατίας». Αλλά αυτή είχε ήδη εκλείψει από τα ύστερα ελληνιστικά χρόνια. Γι αυτό και από τότε παρατηρούμε σε επιγραφές τα πρώτα ορθογραφικά λάθη. Έτσι διαβάζουμε σε επιτύμβια επιγραφή του Α’ μ. Χ. αι.:
ΚΥΡΙΕ ΒΟΗΘΗ ΜΕ ΤΟΝ ΑΜΑΡΤΟΛΟΝ
Το ότι οι Ρωμαίοι «δανείστηκαν» το χαλκιδικό αλφάβητο και δημιούργησαν το λατινικό είναι αποδεδειγμένο. (Αλήθεια, γιατί αυτό το προβάλλουν με κάθε ευκαιρία οι πάσης φύσεως γλωσσοαμύντορες και αγνοούν επιδεικτικά το ότι και οι Έλληνες, λίγο πιο πριν, δανείστηκαν από τους Φοίνικες το δικό τους αλφάβητο και τροποποιώντας το, δημιούργησαν το ελληνικό;). Το ότι όμως το λεξιλόγιο των λατινικών είναι πιστό αντίγραφο του αντίστοιχου των ελληνικών, αυτό είναι πρωτάκουστο. Απλούστατα οι θεματικές συμπτώσεις σε πολλές λέξεις των δυο γλωσσών σημαίνουν ότι είχαν και οι δυο κοινή προγονική ρίζα, την ινδοευρωπαϊκή (πατήρ/pater, μήτηρ /mater κπα)
Το ότι "οι Ρωμαίοι πριν από την επιστροφή του Κικέρωνα στη Ρώμη από την εξορία του στην Ελλάδα (περ. 50 π. Χ.), «είχαν μόνο «μερικές εκατοντάδες λέξεις αγροτικού και στρατιωτικού περιεχομένου» σημαίνει ότι ο συντάκτης του άρθρου θα αγνοεί προφανώς τους ρωμαίους δραματουργούς Πλαύτο (254-184 π.Χ.) και Τερέντιο (185-159 π.Χ.), καθώς και το αριστοτεχνικό ιστορικό έργο του Κάτωνος «Origines» (Β’ π. Χ. αι. ). Θα του συστήναμε να ανατρέξει στα έργα αυτά και να αποδελτιώσει τις λέξεις τους…
Το ότι "ο… Ηρακλής και ο…Διόνυσος ταξίδεψαν στις Ινδίες και δίδαξαν στους Ινδούς τα σανσκριτικά" (την τελετουργική γλώσσα των Ινδών, στην οποία είναι γραμμένα τα περίφημα έπη Μαχαβαράτα και Ρικ-Βέντα, που σημειωτέον θεωρείται το αρχαιότερο κείμενο των γλωσσών της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας) αποτελεί ανακοίνωση πρώτου μεγέθους. Θα προτείναμε στον συντάκτη του κειμένου της «Μαγείας» να την υποστηρίξει σε κάποιο γλωσσολογικό συνέδριο….
Το ότι το ελληνικό αλφάβητο έχει ως βάση του το αντίστοιχο φοινικικό είναι αναμφισβήτητο εδώ και έναν αιώνα τουλάχιστον. Βέβαια σε ένα καθεστώς χιτλερικού ή σταλινικού τύπου θα μπορούσε να εξοριστεί ή να μαστιγωθεί όποιος το υποστήριζε. Τώρα απλώς γίνονται καταγέλαστοι, όσοι το αμφισβητούν. Μεταφέρω εδώ το σχετικό με το θέμα μας απόσπασμα του πιο σύγχρονου και έγκυρου έργου ΟΙ ΓΛΩΣΣΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ των B. Comrie (Διευθυντή της Γλωσσολογίας του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ στη Λειψία), St. Matthews (διδάκτορα Γλωσσολογίας του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας), και Maria Polinsky (καθηγήτρια Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο του San Diego της Καλιφόρνιας). Στα ελληνικά μεταφρασμένο το 2004 στις εκδόσεις Σαββάλας:
«Το ελληνικό αλφάβητο βασίστηκε σε συστήματα γραφής που χρησιμοποιούνταν ήδη από ένα λαό, με τον οποίο οι Έλληνες ήρθαν σε επαφή, τους Φοίνικες. Και αυτό συνέβη μέσα στον Η΄αι. π.Χ.» (σελ. 185)
Παρ' όλα αυτά ο φιλότιμος επιστήμων για να αποδείξει ότι "η ελληνική γλώσσα γραφόταν από την …6η χιλιετία π.Χ." αναφέρεται στο γνωστό εύρημα του εφόρου αρχαιοτήτων Α. Σάμψων στα Γιούρα το 1992, ο οποίος έφερε στο φως θραύσματα «γραπτών» αγγείων! Αυτό είναι κι αν δεν είναι σκέτη αγυρτεία. Πράγματι βρέθηκαν τα σχετικά αυτά θραύσματα αγγείων στη συγκεκριμένη τοποθεσία, που χρονολογήθηκαν στην 6η χιλιετία π. Χ. Μόνο που αυτά προέρχονται από «γραπτά» αγγεία της εποχής και η λέξη «γραπτά» στην αρχαιολογική ορολογία σημαίνει απλώς ζωγραφισμένα...Η συμπλήρωση της θεωρίας (για γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου) ανήκει στην «εφημερίδα των Ελλήνων πατριωτών» ΔΑΥΛΟΣ.
Και τώρα όσον αφορά την πινακίδα του Δισπηλιού της Καστοριάς που εντοπίστηκε από τον Καθηγητή Γ. Χουρμουζιάδη και χρονολογείται το 5260 π. Χ., ο ίδιος ο ανασκαφέας υποστηρίζει ότι «φέρει χαράγματα ή σήματα και αποτελεί , μια προσπάθεια επικοινωνίας του νεολιθικού ανθρώπου που ελπίζουμε κάποτε να μπορέσουμε να ερμηνεύσουμε, παρά γραφή» Ας μην ξεχνούμε ότι παρόμοια «σήματα» βρέθηκαν ζωγραφισμένα πάνω σε ποταμίσια χαλίκια στο σπήλαιο Mas d’ Azil της Γαλλίας ακόμη από τα παλαιολιθικά χρόνια, είκοσι χιλιάδες χρόνια πριν από τις μέρες μας….Ο νοών νοείτω…
Η συλλαβογραφική Γραμμική Β γραφή, που αποκρυπτογραφήθηκε πειστικά το 1952 από τον αρχιτέκτονα Mich. Ventris, μας οδηγεί πράγματι στο αβίαστο συμπέρασμα ότι αποτελεί την παλιότερη γραφή της Ελληνικής Γλώσσας (πινακίδες αυτής της γραφής βρέθηκαν στο παλάτι του Νέστορος στην Πύλο, στην Κνωσό και αλλού). Αλλά το απώτατο όριο αυτής της γραφής είναι τα μέσα του ΙΕ’ αιώνα (περ. 1450 π.Χ.). Οι παλιότερες μορφές γραφής (Ιερογλυφική του Δίσκου της Φαιστού -Γραμμική Α) κρατούν μέχρι στιγμής εφτασφράγιστο το μυστικό της αποκρυπτογράφησής τους. Μόνο για το Δίσκο της Φαιστού έχουν προταθεί μέχρι σήμερα εφτά τουλάχιστον «αναγνώσεις», μία από τις οποίες του Paul Faure, κι αυτό γιατί πιθανότατα μεταγράφουν προελληνικά γλωσσικά μορφώματα, άγνωστά μας. Έτσι και η «ανάγνωση» του Paule Faure σε όστρακα από τα Πηλικάτα της Ιθάκης (1770 π. Χ.) για πρόβατα και κατσίκες, μάλλον στη σφαίρα της φαντασίας θα μπορούσε να υπαχθεί…
Τον Όμηρο καμιά από τις σύγχρονες θεωρίες δεν τον τοποθετεί «γύρω στο 1000 π. Χ.». Όλες σχεδόν συγκλίνουν στα μέσα του Η’ αι. (750 περ. π.Χ.). Και βέβαια τότε δεν υπήρχε διαδεδομένη γραφή στον ελλαδικό χώρο (η γραμμική Β πρέπει προ πολλού να έχει εκλείψει) και τα ομηρικά έπη μάλλον ήταν αδύνατο να γραφούν. Απλούστατα τα απομνημόνευαν και τα απήγγελλαν ειδικοί επαγγελματίες, οι ραψωδοί. Τα ομηρικά έπη γνωρίζουμε ότι καταγράφηκαν για πρώτη φορά στα χρόνια του Πεισίστρατου, στην Αθήνα (γύρω στο 550 π. Χ.), όταν πια το φοινικικό αλφάβητο είχε υιοθετηθεί και προσαρμοστεί στις ιδιαίτερες φθογγικές ανάγκες της ελληνικής γλώσσας…
Και, τέλος , το ότι "η ελληνική γλώσσα «έχει περάσει και από τα τρία στάδια της γραφής" (ιερογλυφική- γραμμική-φωνητική), ανήκει καθαρά στη σφαίρα της φαντασίας του συντάκτη του άρθρου. Αλήθεια θα μπορούσε να μας αναφέρει μια επιγραφή ιερογλυφικής-ελληνικής;
Αυτά τα ολίγα…
Το ότι οι Ρωμαίοι «δανείστηκαν» το χαλκιδικό αλφάβητο και δημιούργησαν το λατινικό είναι αποδεδειγμένο. (Αλήθεια, γιατί αυτό το προβάλλουν με κάθε ευκαιρία οι πάσης φύσεως γλωσσοαμύντορες και αγνοούν επιδεικτικά το ότι και οι Έλληνες, λίγο πιο πριν, δανείστηκαν από τους Φοίνικες το δικό τους αλφάβητο και τροποποιώντας το, δημιούργησαν το ελληνικό;). Το ότι όμως το λεξιλόγιο των λατινικών είναι πιστό αντίγραφο του αντίστοιχου των ελληνικών, αυτό είναι πρωτάκουστο. Απλούστατα οι θεματικές συμπτώσεις σε πολλές λέξεις των δυο γλωσσών σημαίνουν ότι είχαν και οι δυο κοινή προγονική ρίζα, την ινδοευρωπαϊκή (πατήρ/pater, μήτηρ /mater κπα)
Το ότι "οι Ρωμαίοι πριν από την επιστροφή του Κικέρωνα στη Ρώμη από την εξορία του στην Ελλάδα (περ. 50 π. Χ.), «είχαν μόνο «μερικές εκατοντάδες λέξεις αγροτικού και στρατιωτικού περιεχομένου» σημαίνει ότι ο συντάκτης του άρθρου θα αγνοεί προφανώς τους ρωμαίους δραματουργούς Πλαύτο (254-184 π.Χ.) και Τερέντιο (185-159 π.Χ.), καθώς και το αριστοτεχνικό ιστορικό έργο του Κάτωνος «Origines» (Β’ π. Χ. αι. ). Θα του συστήναμε να ανατρέξει στα έργα αυτά και να αποδελτιώσει τις λέξεις τους…
Το ότι "ο… Ηρακλής και ο…Διόνυσος ταξίδεψαν στις Ινδίες και δίδαξαν στους Ινδούς τα σανσκριτικά" (την τελετουργική γλώσσα των Ινδών, στην οποία είναι γραμμένα τα περίφημα έπη Μαχαβαράτα και Ρικ-Βέντα, που σημειωτέον θεωρείται το αρχαιότερο κείμενο των γλωσσών της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας) αποτελεί ανακοίνωση πρώτου μεγέθους. Θα προτείναμε στον συντάκτη του κειμένου της «Μαγείας» να την υποστηρίξει σε κάποιο γλωσσολογικό συνέδριο….
Το ότι το ελληνικό αλφάβητο έχει ως βάση του το αντίστοιχο φοινικικό είναι αναμφισβήτητο εδώ και έναν αιώνα τουλάχιστον. Βέβαια σε ένα καθεστώς χιτλερικού ή σταλινικού τύπου θα μπορούσε να εξοριστεί ή να μαστιγωθεί όποιος το υποστήριζε. Τώρα απλώς γίνονται καταγέλαστοι, όσοι το αμφισβητούν. Μεταφέρω εδώ το σχετικό με το θέμα μας απόσπασμα του πιο σύγχρονου και έγκυρου έργου ΟΙ ΓΛΩΣΣΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ των B. Comrie (Διευθυντή της Γλωσσολογίας του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ στη Λειψία), St. Matthews (διδάκτορα Γλωσσολογίας του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας), και Maria Polinsky (καθηγήτρια Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο του San Diego της Καλιφόρνιας). Στα ελληνικά μεταφρασμένο το 2004 στις εκδόσεις Σαββάλας:
«Το ελληνικό αλφάβητο βασίστηκε σε συστήματα γραφής που χρησιμοποιούνταν ήδη από ένα λαό, με τον οποίο οι Έλληνες ήρθαν σε επαφή, τους Φοίνικες. Και αυτό συνέβη μέσα στον Η΄αι. π.Χ.» (σελ. 185)
Παρ' όλα αυτά ο φιλότιμος επιστήμων για να αποδείξει ότι "η ελληνική γλώσσα γραφόταν από την …6η χιλιετία π.Χ." αναφέρεται στο γνωστό εύρημα του εφόρου αρχαιοτήτων Α. Σάμψων στα Γιούρα το 1992, ο οποίος έφερε στο φως θραύσματα «γραπτών» αγγείων! Αυτό είναι κι αν δεν είναι σκέτη αγυρτεία. Πράγματι βρέθηκαν τα σχετικά αυτά θραύσματα αγγείων στη συγκεκριμένη τοποθεσία, που χρονολογήθηκαν στην 6η χιλιετία π. Χ. Μόνο που αυτά προέρχονται από «γραπτά» αγγεία της εποχής και η λέξη «γραπτά» στην αρχαιολογική ορολογία σημαίνει απλώς ζωγραφισμένα...Η συμπλήρωση της θεωρίας (για γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου) ανήκει στην «εφημερίδα των Ελλήνων πατριωτών» ΔΑΥΛΟΣ.
Και τώρα όσον αφορά την πινακίδα του Δισπηλιού της Καστοριάς που εντοπίστηκε από τον Καθηγητή Γ. Χουρμουζιάδη και χρονολογείται το 5260 π. Χ., ο ίδιος ο ανασκαφέας υποστηρίζει ότι «φέρει χαράγματα ή σήματα και αποτελεί , μια προσπάθεια επικοινωνίας του νεολιθικού ανθρώπου που ελπίζουμε κάποτε να μπορέσουμε να ερμηνεύσουμε, παρά γραφή» Ας μην ξεχνούμε ότι παρόμοια «σήματα» βρέθηκαν ζωγραφισμένα πάνω σε ποταμίσια χαλίκια στο σπήλαιο Mas d’ Azil της Γαλλίας ακόμη από τα παλαιολιθικά χρόνια, είκοσι χιλιάδες χρόνια πριν από τις μέρες μας….Ο νοών νοείτω…
Η συλλαβογραφική Γραμμική Β γραφή, που αποκρυπτογραφήθηκε πειστικά το 1952 από τον αρχιτέκτονα Mich. Ventris, μας οδηγεί πράγματι στο αβίαστο συμπέρασμα ότι αποτελεί την παλιότερη γραφή της Ελληνικής Γλώσσας (πινακίδες αυτής της γραφής βρέθηκαν στο παλάτι του Νέστορος στην Πύλο, στην Κνωσό και αλλού). Αλλά το απώτατο όριο αυτής της γραφής είναι τα μέσα του ΙΕ’ αιώνα (περ. 1450 π.Χ.). Οι παλιότερες μορφές γραφής (Ιερογλυφική του Δίσκου της Φαιστού -Γραμμική Α) κρατούν μέχρι στιγμής εφτασφράγιστο το μυστικό της αποκρυπτογράφησής τους. Μόνο για το Δίσκο της Φαιστού έχουν προταθεί μέχρι σήμερα εφτά τουλάχιστον «αναγνώσεις», μία από τις οποίες του Paul Faure, κι αυτό γιατί πιθανότατα μεταγράφουν προελληνικά γλωσσικά μορφώματα, άγνωστά μας. Έτσι και η «ανάγνωση» του Paule Faure σε όστρακα από τα Πηλικάτα της Ιθάκης (1770 π. Χ.) για πρόβατα και κατσίκες, μάλλον στη σφαίρα της φαντασίας θα μπορούσε να υπαχθεί…
Τον Όμηρο καμιά από τις σύγχρονες θεωρίες δεν τον τοποθετεί «γύρω στο 1000 π. Χ.». Όλες σχεδόν συγκλίνουν στα μέσα του Η’ αι. (750 περ. π.Χ.). Και βέβαια τότε δεν υπήρχε διαδεδομένη γραφή στον ελλαδικό χώρο (η γραμμική Β πρέπει προ πολλού να έχει εκλείψει) και τα ομηρικά έπη μάλλον ήταν αδύνατο να γραφούν. Απλούστατα τα απομνημόνευαν και τα απήγγελλαν ειδικοί επαγγελματίες, οι ραψωδοί. Τα ομηρικά έπη γνωρίζουμε ότι καταγράφηκαν για πρώτη φορά στα χρόνια του Πεισίστρατου, στην Αθήνα (γύρω στο 550 π. Χ.), όταν πια το φοινικικό αλφάβητο είχε υιοθετηθεί και προσαρμοστεί στις ιδιαίτερες φθογγικές ανάγκες της ελληνικής γλώσσας…
Και, τέλος , το ότι "η ελληνική γλώσσα «έχει περάσει και από τα τρία στάδια της γραφής" (ιερογλυφική- γραμμική-φωνητική), ανήκει καθαρά στη σφαίρα της φαντασίας του συντάκτη του άρθρου. Αλήθεια θα μπορούσε να μας αναφέρει μια επιγραφή ιερογλυφικής-ελληνικής;
Αυτά τα ολίγα…
1 σχόλιο:
Κατατοπιστικότατο άρθρο!
Δημοσίευση σχολίου