Τρίτη, 01 Δεκεμβρίου 2009

Προμηθεὺς πλάσας ποτὲ ἀνθρώπους δύο πήρας ἐξ αὐτῶν ἀπεκρέμασε, τὴν μὲν ἀλλοτρίων κακῶν, τὴν δὲ ἰδίων, καὶ τὴν μὲν τῶν ὀθνείων ἔμπροσθεν ἔταξε, τὴν δὲ ἑτέραν ὄπισθεν ἀπήρτησεν. Ἐξ οὗ δὴ συνέβη τοὺς ἀνθρώπους τὰ μὲν ἀλλότρια κακὰ ἐξ ἀπόπτου κατοπτάζεσθαι, τὰ δὲ ἴδια μὴ προορᾶσθαι

Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2009

Το Πέρασμα του Χρόνου

ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
ΤΟΥΡΚΙΑ
REHA ERDEM
BES-VAKIT
(ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ)
2006/111λ.



Για άλλη μια φορά το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης ανταμείβει τους πιστούς του. Και δεν εννοούμε όσους συνωστίζονται στην εναρκτήρια τελετή ή αγωνίζονται να βρουν μια θέση στην εναρκτήρια ταινία , που συνήθως είναι εύπεπτη, ή ακόμη και στις εμφανίσεις του Vim Venders, ο οποίος, όπως ήταν φυσικό, έχει επισκιάσει τα λοιπά καλλιτεχνικά δρώμενα του θεσμού. Ούτε καν αναφερόμαστε στις ταινίες του «Διεθνούς Διαγωνιστικού», οι οποίες, παρ’ όλο που χαρακτηρίζονται από κάποια ποιότητα, καθώς είναι προορισμένες για τα βραβεία, όλο και ακολουθούν κάποιες συμβάσεις και κλισέ , για να πετύχουν το στόχο τους. Εμείς θεωρούμε ότι οι «Ματιές στα ΒαλκάνιỨ και οι «Ανεξάρτητες Μέρες» (πρώην «Νέοι Ορίζοντες») γράφουν κάθε χρόνο ιστορία. Το δυστύχημα είναι ότι οι ταινίες αυτές περνούν μετά την προβολή τους στη λήθη. Μα δεν υπάρχει επιτέλους κάποιος θεσμός να τις αγκαλιάσει, δεν υπάρχουν κάποιοι θιασάρχες να τις προσέξουν;
Το Bes-Vakit (Το πέρασμα του χρόνου) είναι μια απ’ αυτές τις ταινίες. Γυρισμένη το 2006 από τον Τούρκο Reha Erdem (σκηνοθεσία, σενάριο , μοντάζ), ο οποίος έχει σπουδάσει ιστορία στο Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου και Κινηματογράφο στο Παρίσι μας δείχνει ως πού μπορεί να φτάσει η δημιουργική έμπνευση, η μαγεία θα λέγαμε, της καλλιτεχνικής έκφρασης, στη σύλληψη του σεναρίου, στη σκηνοθεσία , στη φωτογραφία. Ακόμη και στη μουσική.
Σ’ ένα σύγχρονο τουρκικό χωριά της Ανατολής. Παρ’ όλο που ο λεγόμενος τεχνικός πολιτισμός έχει φτάσει ως εκεί (Το χωριό έχει ηλεκτρισμό, βλέπουμε και κάποιο τρακτέρ, υπάρχει γιατρός στο χωριό για όσους τον αναζητήσουν και τα παιδάκια με τις μπλε ποδιές και την ερυθρά ημισέληνο στο πέτο μαθαίνουν-επιτέλους- ότι η γη κινείται γύρω από τον ήλιο ), πριν μπουν όμως στην αίθουσα τραγουδούν ομαδικά την περηφάνια τους που είναι Τούρκοι, χαίρονται που θα δώσουν το αίμα τους για την πατρίδα τους, την ώρα που η νεαρή και όμορφη δασκάλα τους τοποθετεί πλαστικές λεκάνες στην αίθουσα για να μαζεύουν τη βροχή που στάζει από το ταβάνι.
Η ζωή άγρια, γεμάτη στερήσεις για όλους. Τα πρόβατα που τα βόσκουν τα ίδια τα παιδιά, η καλλιέργεια κάποιων χωραφιών, που είναι γεμάτα πέτρα, αποτελούν τη μοναδική καταφυγή και την ελπίδα τους. Εκεί όμως που ο σκηνοθέτης επιμένει είναι στην καταγραφή των ανθρωπίνων σχέσεων. Βλέπουμε τους άντρες να συμπεριφέρονται στις γυναίκες και στα παιδιά τους, όπως έχουν μάθει από τους πατέρες τους, κι εκείνοι από τους δικούς της πατέρες. Οι γυναίκες υπομένουν χωρίς να μιλούν, τα αγόρια με το παραμικρό παραπάτημα δέχονται το άγριο μαστίγωμα από τη δερμάτινη ζώνη του πατέρα τους και τα κορίτσια την ώρα της μελέτης στο σπίτι μαθαίνουν να εκτελούν ποικίλα θελήματα-να πλένουν τα πιάτα, να προσέχουν το μικρό αδελφάκι τους, να ψωνίζουν από το μπακάλικο του χωριού κ.π.α.
Έτσι ο Ομέρ, ο γιος του Ιμάμη και ο φίλος του Γιακούπ επιθυμούν απελπισμένα το θάνατο των πατεράδων τους και σκαρφίζονται ποικίλους –παιδικούς –τρόπους για να το πετύχουν. Ένας σκορπιός που θα βρεθεί στα χαλάσματα ενός σπιτιού θα φυλαχτεί μέρες σ’ ένα κουτί από το απελπισμένο παιδί. Όταν όμως φτάσει η ώρα της εκτέλεσης της πράξης, ο σκορπιός θα έχει πεθάνει…Ατελέσφορο επίσης θα αποβεί και το προσεχτικό άδειασμα κάθε κάψουλας που περιέχει το φάρμακο του, πατέρα, όπως και το άνοιγμα, μέσα στη νύχτα του παράθυρου στο δωμάτιο που κοιμάται ο κρυολογημένος γονιός του. Τα κορίτσια παίρνουν τα πρώτα μαθήματα της σεξουαλικής αγωγής από εικόνες που βλέπουν καθημερινά στο δρόμο ή στο χωράφι και συνειδητοποιούν ότι το ίδιο γίνεται και με τους ανθρώπους. Κι όταν κάποιος είναι βαριά άρρωστος επιστρατεύεται ο ιμάμης , για να αναπέμψει από την κορυφή του μιναρέ –καμιά φορά και…με μικρόφωνο από το ισόγειο- τις εκκλήσεις του προς τον Αλλάχ.
Και δε φτάνουν αυτά. Ο μικρός Ομέρ είναι τρελά ερωτευμένος με τη δασκάλα του και την παρακολουθεί απελπισμένα τις νύχτες από το παράθυρό της. Μόνο που κάποιο βράδυ αντιλαμβάνεται ότι την ίδια … κλίση έχει και ο πατέρας του. Η αηδία και η αγανάκτησή του ξεχειλίζουν.
Ο σκηνοθέτης σοφά και διόλου κραυγαλέα, αλλά με πόνο ψυχής, βάζει βαθιά το νυστέρι του στην οπισθοδρομική αγροτική κοινωνία της χώρας του. Στηλιτεύει την αγριότητα, την υποκρισία, την αμάθεια και τον καλλιεργούμενο από το επίσημο κράτος σοβινισμό, χωρίς να κρύβει τη συμπάθειά και την τρυφερότητά του σε κάθε κάτοικο, είτε αυτός είναι θύμα είτε θύτης. Οι έξοχες σκηνές της αγροτικής φύσης η νύχτα μ’ ένα φεγγάρι να πλέει πλησίστιο πίσω από τα σύννεφα, τα εξπρεσιονιστικά χρώματα στα πλάνα της μέρας, οι πανοραμικές όψεις του μικρού χωριού με τη θάλασσα (;) στο βάθος και το μιναρέ να υψώνεται κυρίαρχος στο κέντρο, αποτελούν έξοχα δείγματα ποιότητας για την ταινία.
Μια πρόταση λοιπόν προς κάθε αρμόδιο φορέα: τολμήστε να βγάλετε από την αφάνεια μετά τη λήξη του φεστιβάλ αυτήν την ταινία. Μην ορρωδείτε μπροστά στην καταγωγή της. Η τραγωδία αυτή που πραγματεύεται η ταινία υπήρξε και δική μας τραγωδία πριν δυο γενιές , υπήρξε και τραγωδία της Ιταλίας του Νότου (Βλέπε την ταινία «Πατέρας-Αφέντης» των αδελφών Ταβιάνι)
(Σημείωση: η ταινία δεν έχει βγει στην αγορά μέχρι σήμερα-4/12/2009)

Δεν υπάρχουν σχόλια: