Τρίτη, 01 Δεκεμβρίου 2009

Προμηθεὺς πλάσας ποτὲ ἀνθρώπους δύο πήρας ἐξ αὐτῶν ἀπεκρέμασε, τὴν μὲν ἀλλοτρίων κακῶν, τὴν δὲ ἰδίων, καὶ τὴν μὲν τῶν ὀθνείων ἔμπροσθεν ἔταξε, τὴν δὲ ἑτέραν ὄπισθεν ἀπήρτησεν. Ἐξ οὗ δὴ συνέβη τοὺς ἀνθρώπους τὰ μὲν ἀλλότρια κακὰ ἐξ ἀπόπτου κατοπτάζεσθαι, τὰ δὲ ἴδια μὴ προορᾶσθαι

Παρασκευή 11 Ιουλίου 2014

Σφαγείο Σαλονίκης

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ; ΕΝ ΑΡΜΗ ΗΝ Ο ΛΟΓΟΣ
ΘΑΝΟΣ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
ΣΦΑΓΕΙΟ ΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΨΥΧΟΓΙΟΣ 2011
Σελ. 366

Θεσσαλονίκη 1943. Οι  Ναζί προετοιμάζουν την τελική λύση για τους Εβραίους κατοίκους της. Ο υποδιοικητής της Γκεστάπο Σούμπερτ με τον Μαξ Μέρτεν σχεδιάζουν με κάθε λεπτομέρεια την εξόντωσή τους και τη διανομή της λείας.  Οι μηχανές των συρμών που θα τους μεταφέρουν στο Μπιργκενάου και το Άουσβιτς είναι αναμμένες. Στο γκέτο του Χιρς, όπου τους έχουν στοιβάξει , κλαυθμός και οδυρμός. Τα σπίτια τους και τα μαγαζιά τους στο έλεος των «μεσεγγυούχων», δηλαδή των ταγματασφαλιτών και των συμπαθούντων. Το χρυσάφι τους έχει κάνει φτερά. Μεταφέρεται στο Βερολίνο και την Αθήνα.
Η πόλη πεινάει. Οι μαυραγορίτες τρίβουν τα χέρια τους. Στα άντρα των ταγματασφαλιτών στις οδούς Πολωνίας (Αλεξ. Σβώλου) και Παύλου Μελά, εκατοντάδες ύποπτοι  για σαμποτάζ ή «κομμουνιστική» προπαγάνδα μακελεύονται. Η κομμουνιστική οργάνωση ΟΠΛΑ κάθε βράδυ «εκτελεί» ντόπιους φασίστες, συνεργάτες των Γερμανών , αλλά και κάθε εχθρό της κομματικής γραμμής, όπως τους τροτσκιστές.
Μέσα σ’ αυτόν τον Αρμαγεδδόνα ο αστυνόμος της Γενικής Ασφάλειας Στέφανος Ασλάνογλου πασχίζει να εκτελεί το καθήκον του ισορροπώντας πάνω σε τεντωμένο σχοινί. Η Έμμα, η Εβραία σύντροφός του, έχει λάβει την εντολή να μην ξεμυτίζει από το διαμέρισμά τους. Ο διοικητής του τού αναθέτει την εξιχνίαση ενός διπλού αποτρόπαιου φόνου, στον οποίο φαίνεται ότι εμπλέκονται υψηλά ιστάμενα πρόσωπα της γερμανικής διοίκησης…
Γραφή τολμηρή, νατουραλιστική σύμφωνη με το πνεύμα (εκείνων) των καιρών. Ο συγγραφέας δεν χαρίζεται σε κανέναν, δεν αγιοποιεί, δεν καταγγέλλει. Απλώς περιγράφει.
Το μυθιστόρημα δεν συνιστάται για παιδιά, καθώς και για ευαίσθητες ψυχές όπως είναι οι Atenistas στην Αθήνα και οι ομόλογοί τους LosLampicos στη Θεσσαλονίκη, και δεν ανήκει σ’ εκείνα που ψυχαγωγούν στην παραλία.
Δυο χαρακτηριστικά αποσπάσματα:

Ο Σταύρος Ασλάνογλου, ο κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος αναγκάζεται να αφηγηθεί στην Έμμα, την Εβραία σύντροφό του, που την κρατά κρυμμένη στο διαμέρισμά του για το φόβο (όχι των Ιουδαίων βέβαια) «όσα γνωρίζει  κι όσα υποθέτει. Όσα περιμένει κι όσα φοβάται . Όλα χωρίς να κρύψει τίποτε» (σελ. 212):
Για τους Έλληνες που συνωστίζονταν στα γραφεία της Γκεστάπο, στην Αγίας Σοφίας, με το χαρτί μιας διεύθυνσης στο χέρι, έτοιμοι να παραδώσουν τον Εβραίο και χωρίς τσίπα να βάλουν χέρι στην περιουσία του. Για το χρυσό που βρέθηκε σε σπίτια μαγαζιά και συναγωγές, κατασχέθηκε αμέσως και στάλθηκε ο μισός στο Βερολίνο κι ο άλλος μισός στην Αθήνα. Για τα καμιόνια που φόρτωναν στους συνοικισμούς άντρες, γέρους και γυναικόπαιδα, σαν να ήταν πρόβατα που οδηγούνταν στο σφαγείο, κάτι που δεν απείχε πολύ από την αλήθεια. Για τους εγκάθετους συμπολίτες μας που έφτυναν, προπηλάκιζαν και πετούσαν πέτρες, καθώς οι καταραμένοι Οβριοί περνούσαν τους δρόμους. Για τα δεκάδες βαγόνια που ήρθαν έτοιμα να φορτώσουν τους χιλιάδες κυνηγημένους και μέσω Φλώρινας, Βελιγραδίου και Βουδαπέστης θα τους οδηγούσαν στα στρατόπεδα εξόντωσης της Πολωνίας, χωρίς να πέσει ούτε μια σφαίρα από τα παρτιζάνικα κινήματα των Ελλήνων και των Σέρβων κομμουνιστών. Για το ολοκαύτωμα που τους βόλευε όλους.

…………………………………………………………………………………………..

«Ντύνομαι βιαστικά και βγαίνω… Τραβάω γραμμή στο κτίριο της Γενικής Ασφάλειας, στην Εθνικής Αμύνης. Η συνηθισμένη κίνηση στους δρόμους. Φορτηγά με τους επονομαζόμενους πεταλάδες, τους στρατιώτες της Βέρμαχτ με την ημικυκλική μεταλλική ταυτότητα στο λαιμό, ταγματασφαλίτες, μαύρα κοράκια σε περιπολίες με ύφος κουραδόμαγκα, μαυραγορίτες με κρυμμένα τρόφιμα στους μπόγους και κλεμμένα χρυσαφικά στις τσέπες, γερμανοτσολιάδες με μαύρα μακριά πέτσινα παλτά, όλοι οι καριόληδες που, αν είχα στα χέρια μου ένα οπλισμένο πολυβόλο, θα τους έκανα σουρωτήρι.
Και κοντά σ’ όλα αυτά τα τομάρια κι  εξαιτίας αυτών, λιπόσαρκα κορμιά κοντά στους κάδους των μαγαζιών, τυραννισμένα και πονεμένα πρόσωπα γυναικών, άντρες υποψήφιοι οποιαδήποτε ώρα και στιγμή για ομηρία και στήσιμο στον τοίχο, και γριές μαυροντυμένες στα σκαλιά της Παναγιάς της Δεξιάς με απλωμένο το αποστεωμένο χέρι τους, ικετεύοντας για μια μπουκιά ψωμί, για μια στάλα ζωή. Η πατρίδα πεινούσε και πέθαινε και κάποιοι άλλοι  εκμεταλλεύονταν αυτή την ευκαιρία και πλούτιζαν…» (σελ.217)





                                                                                           

Δεν υπάρχουν σχόλια: