Τρίτη, 01 Δεκεμβρίου 2009

Προμηθεὺς πλάσας ποτὲ ἀνθρώπους δύο πήρας ἐξ αὐτῶν ἀπεκρέμασε, τὴν μὲν ἀλλοτρίων κακῶν, τὴν δὲ ἰδίων, καὶ τὴν μὲν τῶν ὀθνείων ἔμπροσθεν ἔταξε, τὴν δὲ ἑτέραν ὄπισθεν ἀπήρτησεν. Ἐξ οὗ δὴ συνέβη τοὺς ἀνθρώπους τὰ μὲν ἀλλότρια κακὰ ἐξ ἀπόπτου κατοπτάζεσθαι, τὰ δὲ ἴδια μὴ προορᾶσθαι

Κυριακή 6 Απριλίου 2014

Το άλας της γης

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
ΙΣΜΗΝΗ ΚΑΠΑΝΤΑΗ
ΤΟ ΑΛΑΣ ΤΗΣ ΓΗΣ
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ 2002
Σελ. 264

Η συγγραφή μυθιστορήματος, οι ήρωες του οποίου ζουν και κινούνται σε εποχές παρωχημένες, αποτελεί ομολογουμένως γενναίο εγχείρημα. Πολύ περισσότερο, όταν η προσέγγιση της εποχής, καθώς οι πηγές μας είναι εξαιρετικά φειδωλές, αποβαίνει εξαιρετικά προβληματική. Απαιτεί από τον συγγραφέα  βαθιά και ενδελεχή ενασχόληση με το χώρο και το χρόνο της δράσης των ηρώων του, για να αποφύγει συνήθεις ετεροχρονισμούς  και αστοχίες.
Η Ισμήνη Καπάνταη  φαίνεται ότι το γνωρίζει αυτό. Εξάλλου το αντιμετώπισε, με περισσή επιτυχία  στο χαρακτηριστικό μυθιστόρημά της  «Απειρωτάν και Τούρκων» (Εστία 1990) , αλλά για χώρο και χρόνο πολύ πιο προσιτό  στη συλλογική ιστορική μνήμη.  Αυτή τη φορά επιλέγει να κινηθεί       στο χώρο της Θεσσαλονίκης σε μια εποχή που απέχει εφτακόσια σχεδόν χρόνια  από τις μέρες μας, όταν η καταρρέουσα Βυζαντινή Αυτοκρατορία σπαρασσόταν από σφοδρές κοινωνικοπολιτικές έριδες. Μη διαθέτοντας λοιπόν τα κατάλληλα εργαλεία αποφεύγει να αναπαραστήσει με πειστικότητα την ατμόσφαιρα της εποχής και περιορίζεται  να στήσει τους ήρωές της χωρίς  το χαρακτηριστικό χρώμα της εποχής στην οποία κινούνται, βαθιά ανθρώπινους εντούτοις. Γιατί  ο πειρασμός της αναπαράστασης μιας εποχής στην οποία συνέβησαν συνταρακτικά γεγονότα, κοσμοϊστορικά θα λέγαμε, είναι μεγάλος. Ο κύριος στόχος λοιπόν της συγγραφέως δεν είναι να μας παρασύρει σε μια γοητευτική συμμετοχή στα γεγονότα της εποχής, αλλά να αποδώσει δικαιοσύνη. Δικαιοσύνη στους ηττημένους, οι οποίοι, όπως πάντα συμβαίνει με τους όπου γης ηττημένους, παρέμειναν στη ιστορία σφόδρα συκοφαντημένοι, σχεδόν θεριά ανήμερα.
Ζούμε λοιπόν μόνο τον απόηχο των τραγικών γεγονότων της Επανάστασης των Ζηλωτών (1342-1350) και μάλιστα μέσα από τις αφηγήσεις δυο γυναικών κυρίως , της Ξένιας και της Μελανίας,  οι οποίες, όπως ήταν φυσικό, δεν βγήκαν στους δρόμους, δεν έσφαξαν , δεν σφάχτηκαν. Βίωσαν όμως τα γεγονότα μέσα από διηγήσεις , αλλά και τραγικές απώλειες των δικών τους.
Ελάχιστα επομένως μαθαίνουμε για τη σφοδρή κοινωνική σύγκρουση που συντάραξε τη Θεσσαλονίκη. Σε γενικές γραμμές παρακολουθούμε από αντανάκλαση τις δυο φοβερές σφαγές, πρώτα των ηττημένων και στο τέλος των νικητών, που ερήμωσαν την πόλη. Οι «Δυνατοί»  (ευγενείς, γαιοκτήμονες) από τη μια μεριά , οι Ζηλωτές (ναύτες και ναυτεργάτες του λιμανιού ) από την άλλη. Με τους πρώτους ο Ιωάννης Καντακουζηνός -ο κυρ Γιάννης-(που στέφεται στο Διδυμότειχο αυτοκράτορας, ενώ στη βασιλεύουσα στο θρόνο βρίσκεται ο ανήλικος Ιωάννης Παλαιολόγος.) Από αυτή τη δυναστική διαμάχη επωφελούνται οι απόκληροι της πόλης , παίρνουν τα όπλα και κυριαρχούν σ’ αυτή για οχτώ χρόνια. Καμιά νύξη στο μυθιστόρημα για τα μέτρα που πήραν και για τη διοίκηση που εφάρμοσαν. Καμιά αναφορά επίσης και στο παράλληλο θρησκευτικό κίνημα των Ησυχαστών με επικεφαλής το Γρηγόριο τον Παλαμά. Η συγγραφέας αρκείται να σκιαγραφήσει κάποιους υπαρκτούς , καθώς φαίνεται, ήρωες του κινήματος, κυρίως από την οικογένεια των Ευγενικών, οι οποίοι στην αρχή συνεργάστηκαν με τους επαναστάτες, όταν όμως είδαν ότι γι αυτούς χάνεται το παιχνίδι, τους πρόδωσαν για να επιπλεύσουν. Χαρακτηριστικά , η τελευταία γυναίκα που «διηγείται», γερόντισσα πια, η Μελανία, καταλήγει: 
«Όταν αναπολώ την περασμένη μου ζωή, την Ευγενία, τον Μιχαήλ, τον  Μάρκο, τον Νικόδημο, ξεχνώ το αίμα που χύθηκε, τον σπαραγμό, τους θρήνους…Το άλας της γης, λέγω, έτσι τους θυμάμαι. Το άλας της γης.»


Τα μυθιστόρημα διαβάζεται ευχάριστα, καθώς είναι απαλλαγμένο από εκτενείς περιγραφές και παρατηρήσεις που συνήθως ενοχλούν το μέσο αναγνώστη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: