Τρίτη, 01 Δεκεμβρίου 2009

Προμηθεὺς πλάσας ποτὲ ἀνθρώπους δύο πήρας ἐξ αὐτῶν ἀπεκρέμασε, τὴν μὲν ἀλλοτρίων κακῶν, τὴν δὲ ἰδίων, καὶ τὴν μὲν τῶν ὀθνείων ἔμπροσθεν ἔταξε, τὴν δὲ ἑτέραν ὄπισθεν ἀπήρτησεν. Ἐξ οὗ δὴ συνέβη τοὺς ἀνθρώπους τὰ μὲν ἀλλότρια κακὰ ἐξ ἀπόπτου κατοπτάζεσθαι, τὰ δὲ ἴδια μὴ προορᾶσθαι

Τρίτη 6 Απριλίου 2010

Ουίσκι


ΛΑΤΙΝΟΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ


ΟΥΡΟΥΓΟΥΑΗ


WHISKY (2004)


95 λ.


Ένα ακόμη αριστούργημα της κινηματογραφικής τέχνης των τελευταίων χρόνων (2004), κατάφορτο από διεθνή βραβεία (πάνω από είκοσι!), μας έρχεται από τη Λατινική Αμερική (Ουρουγουάη) και επιβεβαιώνει με τον πιο πειστικό τρόπο ότι ο κινηματογράφος , εδώ και χρόνια «δεν μένει πια στο Χόλιγουντ», ούτε έχει σχέση με τα πολυδιαφημιζόμενα Όσκαρ. Πρόκειται για το «Ουίσκι» του σκηνοθετικού δίδυμου Juan Pablo Rebella και Pablo Stoll, οι οποίοι είχαν εντυπωσιάσει τη διεθνή κριτική με την προηγούμενη δουλειά τους (“25 Watts” 2001). Με την τελευταία αυτή ταινία οι δυο ταλαντούχοι σκηνοθέτες ακτινογραφούν με πιστότητα τη συρρίκνωση της μικρής βιοτεχνίας όχι βέβαια μόνο στη χώρα τους, και αναδεικνύουν τα προσωπικά δράματα που προκύπτουν εξαιτίας της.


O βιοτέχνης Χάκομπο διατηρεί ένα «εργοστάσιο» κατασκευής καλτσών σε κάποια επαρχιακή πόλη της χώρας. Απασχολεί τρεις όλες κι όλες εργάτριες σ’ ένα μίζερο εργοστασιακό χώρο, όπου καθημερινά επαναλαμβάνεται το ίδιο σκηνικό: φτάνει έξω από την πόρτα, βρίσκει πάντα εκεί να τον περιμένει η ευνοούμενή του εργάτρια Μάρθα, ανεβάζει τα βρόμικα ρολά, μπαίνει μέσα, ανάβει τα φώτα και ανεβάζει το διακόπτη των μηχανών. Σε λίγο καταφτάνουν και οι δυο άλλες νεαρές εργάτριες και πέφτουν με τα μούτρα στην παραγωγή. Η επανάληψη, η ρουτίνα, η μιζέρια κυριαρχούν ολόκληρη τη μέρα.. Πότε-πότε, αν δοθεί η άδεια, ένα ραδιόφωνο συνοδεύει με τη μουσική του το θόρυβο των μηχανών…


Κάποια στιγμή όμως επέρχεται η ανατροπή: ο Χάκομπο παίρνει ένα τηλεγράφημα από τον αδελφό του τον Χέρμαν που ζούσε χρόνια στη Βραζιλία, όπου ο «άσωτος αδελφός» τον πληροφορεί ότι σκοπεύει να έρθει για το μνημόσυνο της μάνας τους που έχει πεθάνει πρόσφατα. Κι ο φουκαράς βιοτέχνης πανικοβάλλεται. Ο αδελφός του είναι ένας πετυχημένος και ανέμελος τύπος. Συλλαμβάνει λοιπόν το μεγαλοφυές σχέδιο να παραστήσει κι αυτός τον ευτυχισμένο οικογενειάρχη και προτείνει στη Μάρθα να παίξει το ρόλο της συζύγου του για όσο διάστημα θα βρίσκεται μαζί του ο Χέρμαν…. Το άθλιο διαμέρισμα όπου μένει ανακαινίζεται εκ θεμελίων, αγοράζονται βέρες για το ζεύγος, βγαίνουν αναμνηστικές γαμήλιες φωτογραφίες («Χαμογελάστε, παρακαλώ, πείτε «Ουίσκι», θα πει ο φωτογράφος!). Και το ζευγάρι θα χαμογελάσει το πρώτο και ίσως το τελευταίο χαμόγελο της ζωής του…


Με τον ερχομό του αδελφού ακολουθούν σκηνές απείρου κάλλους. Τραγικές και κωμικές συνάμα. Πώς το «ζευγάρι» θα κοιμηθεί στο ίδιο κρεβάτι; Και το αδιέξοδο κορυφώνεται όταν θα υποχρεωθεί να ακολουθήσει τον Χέρμαν για κάποιες ολιγοήμερες διακοπές σ’ ένα παραθαλάσσιο θέρετρο της χώρας… Έτσι ο Χάκομπο και η Μάρθα εκόντες-άκοντες γνωρίζουν έναν άλλον κόσμο, ζουν μια άλλη ζωή που ούτε στα όνειρά τους θα μπορούσαν να τη ζήσουν…Και το ερώτημα: πώς θα ξαναγυρίσουν στην παλιά τους μιζέρια μετά από την αναχώρηση του αδελφού; Θα αλλάξει κάτι ή θα παραμείνουν όλα τα ίδια όπως πριν; Οι σκηνοθέτες αποδεικνύονται και εδώ ευρηματικότατοι ...


Η σκηνοθεσία είναι στο έπακρο μινιμαλιστική. Ο διάλογος χρησιμοποιείται με χαρακτηριστική φειδώ, οι μεγάλες σιωπές και τα κοντινά εύγλωττα πλάνα κυριαρχούν στο πρώτο μέρος της ταινίας (εργοστάσιο) σε αντίθεση με την πανδαισία των χρωμάτων και την κίνηση που διακρίνουν τη διαμονή των ηρώων στο πολυτελές ξενοδοχείο των διακοπών τους. Πίσω εντούτοις από την προσποιητή ανεμελιά τους ο προσεχτικός θεατής ξεχωρίζει ένα επιμελώς κρυμμένο προσωπείο θλίψης και βαθιάς εγκαρτέρησης.


Ο ένας από τους σκηνοθέτες (ο Juan Rebella) θα αυτοκτονήσει στο Μοντεβιδέο δυο χρόνια μετά το γύρισμα της ταινίας (2006) σε ηλικία 32 χρονών. Η ταινία θα τιμηθεί με το Βραβείο της Διεθνούς Κριτικής στις Κάνες το 2004, με το βραβείο για το καλύτερο σενάριο και τη Γυναικεία Ερμηνεία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης καθώς και μ' εκείνο της Καλύτερης Ταινίας στο Φεστιβάλ του Τόκιο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: