ΙΣΠΑΝΟΦΩΝΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
ΚΟΛΟΜΒΙΑ
GABFRIEL GARCIA MARQUEZ
Η ΑΦΗΓΗΣΗ ΕΝΟΣ ΝΑΥΑΓΟΥ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ
ΝΕΦΕΛΗ 1983
σελ. 176
Το αφήγημα δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά σε δεκατέσσερις συνέχειες στην εφημερίδα της Μπογκοτά Ελ Εσπεκταδόρ το Μάρτιο του 1955 και είναι προϊόν δημοσιογραφικής έρευνας του συγγραφέα (δημοσιογράφου τότε). Ο Μάρκες λοιπόν είχε αναλάβει να ανασυνθέσει την ιστορία του Λουίς Αλεχάνδρο Βαλάσκο, ναύτη ναυαγού ενός πολεμικού πλοίου της Κολομβίας.
Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, το 1970, η αφήγηση αυτή κυκλοφόρησε σε βιβλίο από τον εκδοτικό οίκο της Βαρκελόνης Grasset με τον πρωτότυπο τίτλο Relato de un naufrago. Ο Μάρκες είχε βέβαια τις αντιρρήσεις του. Με τη χαρακτηριστική εντιμότητα που τον διακρίνει σημειώνει στον πρόλογο ότι συγγραφέας του βιβλίου πρέπει να θεωρηθεί ο αφηγητής και όχι ο ίδιος. Είχε όμως γίνει εκείνη την εποχή τόσο γνωστός παγκοσμίως, που δεν κατάφερε να αντισταθεί στις πιέσεις των εκδοτών του… Η μεταφράστρια του έργου Αμαλία Τσακνιά σημειώνει στον πρόλογο της μετάφρασης ότι αυτή βασίστηκε στη γαλλική έκδοση του 1979 (σε μετάφραση του Claude Goufon).
Και η ιστορία με δυο λόγια: οχτώ ναύτες του αντιτορπιλικού της Κολομβίας Κάλδας , μια φουρτουνιασμένη νύχτα στις 29 Φεβρουαρίου του 1955 (sic), πέφτουν στη θάλασσα. Ανάμεσά τους κιι ο Λουίς Αλεχάνδρο Βελάσκο, ο οποίος περιπλανιέται στη Θάλασσα των Αντιλλών πάνω σε μια σχεδία επί δέκα μέρες χωρίς τροφή και νερό, ώσπου ξεβράστηκε μισοπεθαμένος σε μια ακτή της βόρειας Κολομβίας. Και η βασική «λεπτομέρεια» του ατυχήματος: το αντιτορπιλικό δεν κατάφερε να κάνει τις απαραίτητες μανούβρες για την περισυλλογή των ναυαγών, γιατί ήταν κατάφορτο από λαθραία εμπορεύματα (ψυγεία, ραδιόφωνα και άλλες ηλεκτρικές συσκευές) τα οποία είχαν προμηθευτεί οι ναύτες του από το αμερικανικό λιμάνι Mobil όπου το πλοίο βρέθηκε στα ναυπηγεία της πόλης για επισκευές! Και οι δικτάτορες της Κολομβίας εκείνων των χρόνων, ενώ στην αρχή πανηγύρισαν για τον «ήρωα» της χώρας, δεν χώνεψαν με κανένα τρόπο τη λεπτομέρεια των λαθραίων. Και έκλεισαν την εφημερίδα που δημοσίευσε το ρεπορτάζ. Στον συγγραφέα η ιστορία στοίχισε μια σειρά από διώξεις. Κι όταν έπεσε η δικτατορία κι ο ήρωας ναυαγός, αφού έκανε μια σεβαστή περιουσία από τη διαφήμιση (της μάρκας του ρολογιού του που δεν έχασε λεπτό εκείνες τις δέκα μέρες ή του εργοστασίου των παπουτσιών του που ήταν τόσο γερά, ώστε δεν κατάφερε να τα σκίσει και να τα φάει…), ξεχάστηκε στο τέλος μαζί με την ιστορία του.
Και το ερώτημα που τίθεται εδώ είναι πού τελειώνει η πραγματική αφήγηση του ναυαγού και πού αρχίζει η μυθιστορηματική αφήγηση του συγγραφέα. Δύσκολο να απαντηθεί. Για όλους αυτούς τους λόγους το έργο σε τίποτε δε θυμίζει τη γραφή του Κολομβιανού συγγραφέα. Πρόκειται για μια συναρπαστική βέβαια αφήγηση που διαβάζεται απνευστί από το μέσο αναγνώστη, χωρίς όμως να αφήσει πίσω της και το παραμικρό ίχνος από τη γνωστή μαγεία της αφήγησης του Μάρκες.
Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, το 1970, η αφήγηση αυτή κυκλοφόρησε σε βιβλίο από τον εκδοτικό οίκο της Βαρκελόνης Grasset με τον πρωτότυπο τίτλο Relato de un naufrago. Ο Μάρκες είχε βέβαια τις αντιρρήσεις του. Με τη χαρακτηριστική εντιμότητα που τον διακρίνει σημειώνει στον πρόλογο ότι συγγραφέας του βιβλίου πρέπει να θεωρηθεί ο αφηγητής και όχι ο ίδιος. Είχε όμως γίνει εκείνη την εποχή τόσο γνωστός παγκοσμίως, που δεν κατάφερε να αντισταθεί στις πιέσεις των εκδοτών του… Η μεταφράστρια του έργου Αμαλία Τσακνιά σημειώνει στον πρόλογο της μετάφρασης ότι αυτή βασίστηκε στη γαλλική έκδοση του 1979 (σε μετάφραση του Claude Goufon).
Και η ιστορία με δυο λόγια: οχτώ ναύτες του αντιτορπιλικού της Κολομβίας Κάλδας , μια φουρτουνιασμένη νύχτα στις 29 Φεβρουαρίου του 1955 (sic), πέφτουν στη θάλασσα. Ανάμεσά τους κιι ο Λουίς Αλεχάνδρο Βελάσκο, ο οποίος περιπλανιέται στη Θάλασσα των Αντιλλών πάνω σε μια σχεδία επί δέκα μέρες χωρίς τροφή και νερό, ώσπου ξεβράστηκε μισοπεθαμένος σε μια ακτή της βόρειας Κολομβίας. Και η βασική «λεπτομέρεια» του ατυχήματος: το αντιτορπιλικό δεν κατάφερε να κάνει τις απαραίτητες μανούβρες για την περισυλλογή των ναυαγών, γιατί ήταν κατάφορτο από λαθραία εμπορεύματα (ψυγεία, ραδιόφωνα και άλλες ηλεκτρικές συσκευές) τα οποία είχαν προμηθευτεί οι ναύτες του από το αμερικανικό λιμάνι Mobil όπου το πλοίο βρέθηκε στα ναυπηγεία της πόλης για επισκευές! Και οι δικτάτορες της Κολομβίας εκείνων των χρόνων, ενώ στην αρχή πανηγύρισαν για τον «ήρωα» της χώρας, δεν χώνεψαν με κανένα τρόπο τη λεπτομέρεια των λαθραίων. Και έκλεισαν την εφημερίδα που δημοσίευσε το ρεπορτάζ. Στον συγγραφέα η ιστορία στοίχισε μια σειρά από διώξεις. Κι όταν έπεσε η δικτατορία κι ο ήρωας ναυαγός, αφού έκανε μια σεβαστή περιουσία από τη διαφήμιση (της μάρκας του ρολογιού του που δεν έχασε λεπτό εκείνες τις δέκα μέρες ή του εργοστασίου των παπουτσιών του που ήταν τόσο γερά, ώστε δεν κατάφερε να τα σκίσει και να τα φάει…), ξεχάστηκε στο τέλος μαζί με την ιστορία του.
Και το ερώτημα που τίθεται εδώ είναι πού τελειώνει η πραγματική αφήγηση του ναυαγού και πού αρχίζει η μυθιστορηματική αφήγηση του συγγραφέα. Δύσκολο να απαντηθεί. Για όλους αυτούς τους λόγους το έργο σε τίποτε δε θυμίζει τη γραφή του Κολομβιανού συγγραφέα. Πρόκειται για μια συναρπαστική βέβαια αφήγηση που διαβάζεται απνευστί από το μέσο αναγνώστη, χωρίς όμως να αφήσει πίσω της και το παραμικρό ίχνος από τη γνωστή μαγεία της αφήγησης του Μάρκες.
Άγιος Λαυρέντιος, Νοέμβριος 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου