Τρίτη, 01 Δεκεμβρίου 2009

Προμηθεὺς πλάσας ποτὲ ἀνθρώπους δύο πήρας ἐξ αὐτῶν ἀπεκρέμασε, τὴν μὲν ἀλλοτρίων κακῶν, τὴν δὲ ἰδίων, καὶ τὴν μὲν τῶν ὀθνείων ἔμπροσθεν ἔταξε, τὴν δὲ ἑτέραν ὄπισθεν ἀπήρτησεν. Ἐξ οὗ δὴ συνέβη τοὺς ἀνθρώπους τὰ μὲν ἀλλότρια κακὰ ἐξ ἀπόπτου κατοπτάζεσθαι, τὰ δὲ ἴδια μὴ προορᾶσθαι

Τετάρτη 4 Ιουνίου 2014

Βαλς στη ομίχλη


ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ: ΕΝ ΑΡΧΗ ΗΝ Ο ΛΟΓΟΣ                                                  
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΑΡΙΖΩΝΗ
ΒΑΛΣ ΣΤΗΝ ΟΜΙΧΛΗ
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ 2014
(έκδοση ξαναδουλεμένη)
σελ. 246

                                                               

Να το δηλώσουμε εξαρχής: αποτελεί άθλο η τοποθέτηση των χαρακτήρων ενός μυθιστορήματος σε μια εποχή και σε ένα περιβάλλον που απέχει έναν ολόκληρον αιώνα από τις μέρες μας. Και ο άθλος αυτός γίνεται πιο σημαντικός, αν ο τόπος της δράσης των ηρώων του έργου είναι μια Θεσσαλονίκη του τέλους του ΙΘ’ αι. Μια Θεσσαλονίκη ακόμη τουρκοκρατούμενη , με τον πολυπολιτισμικό της χαρακτήρα και εμφανή την περιρρέουσα ατμόσφαιρα των βαλκανικών εθνικισμών και συγκρούσεων…
Υποθέτω ότι αυτό το νόημα έχει και το «ξαναδούλεμα» της πρώτης έκδοσης του μυθιστορήματος του 2001, η οποία θα περιείχε ενδεχομένως και κάποιες ιστορικές αστοχίες και αναχρονισμούς…
Και βέβαια δεν είναι η πλοκή του έργου εκείνο που το κάνει ξεχωριστό. Μια πολυχρησιμοποιημένη τεχνική, σύμφωνα με την οποία  η ηρωίδα του έργου μεταφέρεται ξαφνικά κάτω από ιδιάζουσες συνθήκες, σε μια παρωχημένη εποχή και συνεχίζει τη ζωή της στους ίδιους γνωστούς της , αλλά και τόσο  διαφορετικούς, τόπους με άγνωστα πρόσωπα. Για να «ξυπνήσει» στο τέλος και να συνεχίσει τη ζωή της στον παρόντα αιώνα…Εκεί που την άφησε.
Εκεί, λοιπόν, στη Θεσσαλονίκη του τέλους του         ΙΘ’       αιώνα, η ηρωίδα μας εμπλέκεται σε μια ιστορία αστυνομικής υφής: στη διαλεύκανση ενός ανεξήγητου φόνου, μπροστά στην οποία η τουρκική αστυνομία σηκώνει τα χέρια. Ανατροπές διαδέχονται η μία την άλλη. Με κορυφαία την τελευταία, την οποία είναι αδύνατον να φανταστεί και ο πιο φανατικός φίλος του αστυνομικού μυθιστορήματος…
Εκείνο όμως που πραγματικά θέλγει τον αναγνώστη δεν είναι η πλοκή του, αλλά  η ανάδυση εκείνης της ξεχωριστής ατμόσφαιρας της εποχής, με τα χρώματα και τους ήχους της, τα υπαρκτά –κατά  κανόνα-πρόσωπα που ζουν και κινούνται στα στενορύμια  και στα καταστήματα της πόλης, που επικοινωνούν μεταξύ τους σ’ όλες τις γλώσσες της πόλης: τα τουρκικά, τα ελληνικά, τα σεφαραδίτικα, τα αγγλικά.
Αναδύεται έτσι από τα βάθη της συλλογικής μνήμης μια Θεσσαλονίκη του λεγόμενου «μακεδονικού αγώνα», μια Θεσσαλονίκη με τις ανατολίτικες δολοπλοκίες, τα δερβισικά τάγματα, τις μυστικές υπηρεσίες, μια πόλη του καθημερινού μόχθου, αλλά και της χλιδής, μια Θεσσαλονίκη τέλος των επιδημιών που αποδεκάτιζαν τους πληθυσμούς της συχνά-πυκνά.
Το μυθιστόρημα διαβάζεται με αδιάπτωτο ενδιαφέρον .Συνοδεύεται από επεξηγηματικές σημειώσεις και από μια πλούσια βιβλιογραφία στην οποία προφανώς χρειάστηκε να καταφύγει η συγγραφέας για να απεικονίσει με ακρίβεια την πόλη της τελευταίας δεκαετίας του δέκατου ένατου αιώνα.