Τρίτη, 01 Δεκεμβρίου 2009

Προμηθεὺς πλάσας ποτὲ ἀνθρώπους δύο πήρας ἐξ αὐτῶν ἀπεκρέμασε, τὴν μὲν ἀλλοτρίων κακῶν, τὴν δὲ ἰδίων, καὶ τὴν μὲν τῶν ὀθνείων ἔμπροσθεν ἔταξε, τὴν δὲ ἑτέραν ὄπισθεν ἀπήρτησεν. Ἐξ οὗ δὴ συνέβη τοὺς ἀνθρώπους τὰ μὲν ἀλλότρια κακὰ ἐξ ἀπόπτου κατοπτάζεσθαι, τὰ δὲ ἴδια μὴ προορᾶσθαι

Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2011

Οι Θλιμμένες Πουτάνες της ζωής μου



ΙΣΠΑΝΟΦΩΝΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
ΚΟΛΟΜΒΙΑ
GABRIEL GARCIA MARQUEZ
ΟΙ ΘΛΙΜΜΕΝΕΣ ΠΟΥΤΑΝΕΣ
ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΚΛΑΙΤΗ ΣΩΤΗΡΙΑΔΟΥ
ΛΙΒΑΝΗΣ 2004
σελ. 200

Ένας ηλικιωμένος δημοσιογράφος, κάθε άλλο παρά απόμαχος, αποφασίζει να γιορτάσει τα ενενηκοστά γενέθλιά του κάνοντας δώρο στον εαυτό του «μια βραδιά τρελού έρωτα με μια έφηβη παρθένα». Το νέο μυθιστόρημα του μεγάλου κολομβιανού μυθιστοριογράφου (με έκταση νουβέλας), επιβεβαιώνει τη φήμη του ως μάγου της αφήγησης. Με εμφανή αυτοβιογραφικά στοιχεία και με έναν χαρακτηριστικό εξομολογητικό τόνο, αναπτύσσει τη δημιουργική φαντασία του στα χρόνια της νεότητάς του και στο οικείο περιβάλλον που γνωρίζουμε από τα μεγάλα έργα του: σε μια πόλη των εκβολών του ποταμού Μαγκνταλένα. Η ιδέα για τη σύλληψη του θέματος προφανώς έχει την αφετηρία της στο αφήγημα του Kawabata Yasunari «Το σπίτι των κοιμισμένων κοριτσιών», που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Κάτι που ο συγγραφέας το επιβεβαιώνει με το μότο που δημοσιεύει στην αρχή του έργου του.

Ο ήρωάς μας λοιπόν που δεν είχε ποτέ του ερωτευτεί, ούτε είχε κάνει απλήρωτο σεξ, παγιδεύεται μ’ αυτή του την απόφαση σε μια πρωτόγνωρη συναισθηματική εμπειρία, από την οποία του είναι αδύνατο να απεμπλακεί χωρίς συνέπειες. Παρ’ όλο που από τα νεανικά του χρόνια πίστευε ότι «το σεξ είναι η παρηγοριά που έχει κανείς όταν δεν υπάρχει έρωτας», ανακαλύπτει στα γεράματά του, για πρώτη φορά το αντίστροφο. Αυτός που με τα κείμενά του τα γεμάτα ερωτισμό και ευαισθησία είχε γαλουχήσει γενιές νέων ανθρώπων, για κάποιους ανεξήγητους λόγους ήταν όλη του τη ζωή συναισθηματικά ανάπηρος, παρά την αντίθετη γνώμη που είχαν γι' αυτόν όλοι οι αναγνώστες του.

Έρχεται όμως η στιγμή να ταυτιστεί με την εικόνα που οι άλλοι είχαν γι αυτόν, καθώς «είναι αδύνατο να μην καταλήξει κανείς να γίνει όπως οι άλλοι πιστεύουν ότι είναι» (σελ.153). Τον βλέπουμε λοιπόν να δένεται συναισθηματικά με ένα δεκατετράχρονο κοριτσάκι και να αρκείται στη θέα του γυμνού του σώματος που τον συναρπάζει τόσο που να θέλει να πεθάνει γι αυτό…Καθώς, «δεν υπάρχει μεγαλύτερη δυστυχία από το να πεθάνει κανείς μόνος» (σελ. 157). Και μια απόμαχη από τις «θλιμμένες πουτάνες της ζωής του» τον βεβαιώνει ότι θα έδινε ακόμη και την ψυχή της για να μείνει κοντά, ακόμη και στον χειρότερο από τις χιλιάδες άντρες που πέρασαν από το κρεβάτι της.

Ο Garcia Marquez μας συναρπάζει πάλι με μια ακόμη συγκινητική ερωτική ιστορία, όπως εκείνη της «Χολέρας». Με τη διαφορά ότι ο σχεδόν επικός και συγχρόνως λυρικός χαρακτήρας εκείνης γίνεται εδώ τραγικό στοιχείο αποχτώντας ελεγειακές διαστάσεις.
Το έργο κυκλοφορεί σε μια άψογη μετάφραση από την Κλαίτη Σωτηριάδου και σε μια άκρως φροντισμένη έκδοση (ακόμη και με τα γνωστά από παλιότερες εκδόσεις διακοσμητικά αρχιγράμματα)
Άγιος Λαυρέντιος, Σεπτέμβριος 2011

Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2011

Ο Έρωτας στα χρόνια της χολέρας


ΙΣΠΑΝΟΦΩΝΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
ΚΟΛΟΜΒΙΑ
GABRIEL GARCIA MARQUEZ
Ο ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΧΟΛΕΡΑΣ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΚΛΑΙΤΗ ΣΩΤΗΡΙΑΔΟΥ-ΜΠΑΡΑΧΑΣ
ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ 1986
σελ. 480

Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, εμβληματική φυσιογνωμία της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας, γεννήθηκε το 1928 στην Αρακατάκα, ένα παραλιακό χωριό της Κολομβίας, και σήμερα δίνει την υπέρτατη μάχη για τη ζωή του, καθώς έχει χτυπηθεί από καρκίνο των λεμφαδένων. Το μυθιστόρημα που τον καθιέρωσε στο παγκόσμιο αναγνωστικό κοινό είναι αναμφίβολα το «Εκατό Χρόνια Μοναξιά» (1967), το έργο που τον οδήγησε στο βραβείο Νόμπελ (1982).
«Ο Έρωτας στα χρόνια της χολέρας» (1985) είναι ίσως το πιο πολυδιαβασμένο από τα μυθιστορήματά του, ένα έργο που γοητεύει μέχρι σήμερα τη νεολαία , κυρίως για το θέμα του: το μυθικό έρωτα του Φλορεντίνο Αρίσα για τη Φερμίνα Δάσα που διήρκεσε 51 χρόνια , εννιά μήνες και τέσσερις μέρες!, έναν έρωτα που είναι εμπνευσμένος , καθώς μας εξομολογείται ο συγγραφέας από την ιστορία των γονιών του.

Ένας ασήμαντος νεαρός, νόθος γιος της Τράνσιτο Αρίσα, η οποία ζούσε από τα ενέχυρα των μεγαλοαστών που πτώχευαν, ερωτεύεται μια πανέμορφη και πολλά υποσχόμενη μαθήτρια, κόρη του Λορέντζο Δάσα, ο οποίος ασκούσε ένα πλήθος από ύποπτα επαγγέλματα στο λιμάνι της πόλης. Το ειδύλλιο δεν ευδοκίμησε , καθώς ο πατέρας της Φερμίνας έχοντας άλλα όνειρα για την κόρη του κατορθώνει να την παντρέψει με το διαπρεπή γιατρό Χουβενάλ Ουρμπίνο, γόνο γνωστής οικογένειας μεγαλοαστών της πόλης. Το ζευγάρι δημιουργεί μια ευτυχισμένη οικογένεια, γεννάει δυο παιδιά, αλλά μετά από μισόν αιώνα ο γιατρός σκοτώνεται πέφτοντας από ένα δέντρο, καθώς πάσχιζε να πιάσει …ένα δραπέτη παπαγάλο! Και τότε-την άλλη μέρα, με νωπό ακόμη το πένθος -παρουσιάζεται μπροστά στην έκπληκτη χήρα, ο Φλορεντίνο Αρίσα (ο οποίος στα χρόνια αυτά είχε κατορθώσει να διακριθεί κοινωνικά) και της δηλώνει:
«Φερμίνα, περίμενα αυτή την ευκαιρία περισσότερο από μισόν αιώνα, για να σας επαναλάβω άλλη μια φορά τον όρκο της αιώνιας πίστης μου και τον παντοτινό μου έρωτα!»

Ο συγγραφέας χειρίζεται το θέμα του με πειστικότητα αλλά και με περίσσια δόση ευρηματικότητας. Φωτογραφίζοντας τις ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες της Κολομβίας από τα μέσα του δέκατου ένατου αιώνα, ως την δεύτερη δεκαετία του εικοστού, συχνά βέβαια με τον παραμορφωτικό φακό της φαντασίας του, γοητεύει τον ανυποψίαστο αναγνώστη, ο οποίος, αδυνατώντας να ξεχωρίσει το ιστορικό από το φανταστικό, αφήνεται στην αναμφισβήτητη μαγεία της γραφίδας του συγγραφέα και συμμετέχει ενεργά στα μυθιστορηματικά δρώμενα.

Το έργο, μεταφρασμένο από τη γνωστή μεταφράστρια του Μάρκες Κλαίτη Σωτηριάδου Μπαράχας, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Νέα Σύνορα (Α. Α. Λιβάνη), με μια όχι ιδιαίτερα φροντισμένη επιμέλεια (μιλούμε για την έκδοση του 1986) και είναι αφιερωμένο από το συγγραφέα «στη Μερσέντες βέβαια» (τη σύζυγό του).

Εδώ κρίνουμε σκόπιμο να αναφερθούμε σε ένα ιδιαίτερα δημοφιλές ηλεκτρονικό μήνυμα που κυκλοφορεί στα ελληνικά από το 2000, έχει επικίνδυνα πολλαπλασιαστεί από τα διάφορα Bloggs και αναφέρεται σε μια γλυκανάλατη «αποχαιρετιστήρια επιστολή» που απευθύνει τάχα στους αναγνώστες του ο παραιτημένος από το βάρος της ασθένειάς του συγγραφέας. Η "επιστολή" έχει μεταφραστεί από τα αγγλικά. Κι ο συγγραφέας , μόλις το πληροφορήθηκε δήλωσε: «αν είχα γράψει εγώ αυτή την επιστολή θα πέθαινα πράγματι, αλλά από την ντροπή μου…». Παραθέτουμε τη σχετική ...επιστολή:

Αν ο Θεός ξεχνούσε για μία στιγμή ότι είμαι μία μαριονέτα φτιαγμένη από κουρέλια και μου χάριζε ένα κομμάτι ζωή, ίσως δεν θα έλεγα όλα αυτά που σκέφτομαι, αλλά ασφαλώς θα σκεφτόμουν όλα αυτά πού λέω εδώ.Θα έδινα αξία στα πράγματα, όχι γι' αυτό που αξίζουν, αλλά γι' αυτό που σημαίνουν.Θα κοιμόμουν λίγο, θα ονειρευόμουν πιο πολύ, διότι για κάθε λεπτό που κλείνουμε τα μάτια, χάνουμε εξήντα δευτερόλεπτα φως. Θα συνέχιζα όταν οι άλλοι σταματούσαν, θα ξυπνούσα όταν οι άλλοι κοιμόταν. Θα άκουγα όταν οι άλλοι μιλούσαν και πόσο θα απολάμβανα ένα ωραίο παγωτό σοκολάτα!Αν ο Θεός μου δώριζε ένα κομμάτι ζωή, θα ντυνόμουν λιτά, θα ξάπλωνα μπρούμυτα στον ήλιο, αφήνοντας ακάλυπτο όχι μόνο το σώμα αλλά και την ψυχή μου.Θεέ μου, αν μπορούσα, θα έγραφα το μίσος μου πάνω στον πάγο και θα περίμενα να βγει ο ήλιος. Θα ζωγράφιζα μ' ένα όνειρο του Βαν Γκογκ πάνω στ' άστρα ένα ποίημα του Μπενεντέτι κι ένα τραγούδι του Σερράτ θα ήταν η σερενάτα που θα χάριζα στη σελήνη. Θα πότιζα με τα δάκρυά μου τα τριαντάφυλλα, για να νοιώσω τον πόνο από τ' αγκάθια τους και το κοκκινωπό φιλί των πετάλων τους...Θεέ μου, αν είχα ένα κομμάτι ζωή... Δεν θα άφηνα να περάσει ούτε μία μέρα χωρίς να πω στους ανθρώπους ότι αγαπώ, ότι τους αγαπώ. Θα έκανα κάθε άνδρα και γυναίκα να πιστέψουν ότι είναι οι αγαπητοί μου και θα ζούσα ερωτευμένος με τον έρωτα.Στους ανθρώπους θα έδειχνα πόσο λάθος κάνουν να νομίζουν ότι παύουν να ερωτεύονται όταν γερνούν, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι γερνούν όταν παύουν να ερωτεύονται! Στο μικρό παιδί θα έδινα φτερά, αλλά θα το άφηνα να μάθει μόνο του να πετάει. Στους γέρους θα έδειχνα ότι το θάνατο δεν τον φέρνουν τα γηρατειά αλλά η λήθη. Έμαθα τόσα πράγματα από σας, τους ανθρώπους... έμαθα πως όλοι θέλουν να ζήσουν στην κορυφή του βουνού, χωρίς να γνωρίζουν ότι η αληθινή ευτυχία βρίσκεται στον τρόπο πουκατεβαίνεις την απόκρημνη πλαγιά.Έμαθα πως όταν το νεογέννητο σφίγγει στη μικρή παλάμη του, για πρώτη φορά, το δάχτυλο του πατέρα του, το αἰχμαλωτίζει για πάντα. Έμαθα πως ο άνθρωπος δικαιούται να κοιτά τον άλλον από ψηλά μόνο όταν πρέπει να τον βοηθήσει να σηκωθεί.Είναι τόσα πολλά τα πράγματα που μπόρεσα να μάθω από σας, αλλά δεν θα χρησιμεύσουν αλήθεια πολύ, γιατί όταν θα με κρατούν κλεισμένο μέσα σε αυτή τη βαλίτσα, δυστυχώς θα πεθαίνω.Να λες πάντα αυτό που νιώθεις και να κάνεις πάντα αυτό που σκέφτεσαι.Αν ήξερα ότι σήμερα θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ' έβλεπα να κοιμάσαι, θα σ' αγκάλιαζα σφιχτά και θα προσευχόμουν στον Κύριο για να μπορέσω να γίνω ο φύλακας της ψυχής σου.Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν ἡ τελευταία φορά που θα σ’ έβλεπα να βγαίνεις απ’ την πόρτα, θα σ’ αγκάλιαζα και θα σου ’δινα ένα φιλί και θα σε φώναζα ξανά, για να σου δώσω κι άλλα.Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν ἡ τελευταία φορά που θα άκουγα τη φωνή σου, θα ηχογραφούσα κάθε σου λέξη για να μπορώ να τις ακούω ξανά και ξανά.Αν ήξερα ότι αυτές θα ήταν οι τελευταίες στιγμές που σ’ έβλεπα, θα έλεγα «σ’ αγαπώ» και δεν θα υπέθετα, ανόητα, ότι το ξέρεις ήδη.
Υπάρχει πάντα ένα αύριο και η ζωή μας δίνει κι άλλες ευκαιρίες για να κάνουμε τα πράγματα όπως πρέπει, αλλά σε περίπτωση που κάνω λάθος και μας μένει μόνο το σήμερα, θα ’θελα να σου πω πόσο σ’ αγαπώ κι ότι ποτέ δεν θα σε ξεχάσω.Το αύριο δεν το έχει εξασφαλίσει κανείς, είτε νέος είτε γέρος.Σήμερα μπορεί να είναι η τελευταία φορά που βλέπεις τους ανθρώπους που αγαπάς.Γι’ αυτό μην περιμένεις άλλο, καν’ το σήμερα, γιατί αν το αύριο δεν έρθει ποτέ, θα μετανιώσεις σίγουρα για τη μέρα που δεν βρήκες χρόνο για ένα χαμόγελο, μια αγκαλιά, ένα φιλί και ήσουν πολύ απασχολημένος για να κάνεις πράξη μία τελευταία τους επιθυμία.Κράτα αυτούς που αγαπάς κοντά σου, πες τους ψιθυριστά πόσο πολύ τους χρειάζεσαι, αγάπα τους και φέρσου τους καλά, βρες χρόνο για να τους πεις «συγνώμη», «συγχώρεσέ με», «σε παρακαλώ», «ευχαριστώ», κι όλα τα λόγια αγάπης που ξέρεις.Κανείς δεν θα σε θυμάται για τις κρυφές σου σκέψεις. Ζήτα απ’ τον Κύριο τη δύναμη και τη σοφία για να τις εκφράσεις. Δείξε στους φίλους σου τι σημαίνουν για σένα.
Gabriel Garcia Marquez απόδοση στα ελληνικά: Βασίλης Τερζής

Κάτι ήξερε ο μεγάλος Κολομβιανός όταν έγραφε στη «Χολέρα» (σελ. 345): «Οι άνθρωποι της εκκλησίας στερούνται κάθε εμπνευσμένης από το θεό αρετής»
Άγιος Λαυρέντιος, Σεπτέμβριος 2011

Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2011

Το Βιβλίο της Άμμου



ΙΣΠΑΝΟΦΩΝΟ ΔΙΗΓΗΜΑ
JORGE LUIS BORGHES
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΑΜΜΟΥ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΑΚΝΙΑΣ
ΝΕΦΕΛΗ 1982
σελ. 136

Υποχωρώντας προφανώς στην ασφυκτική πίεση που δέχεται κάθε φτασμένος συγγραφέας να δώσει κάτι καινούριο, ο Μπόρχες το 1975, σε ηλικία 76 χρονών, δημοσιεύει δεκατρία νέα αφηγήματα, με το χαρακτηριστικό του ύφος: συντομία, περιεκτικότητα, παράδοξη σύλληψη, αυτοσαρκασμός. Τα αφηγήματα τα συνοδεύει, όπως και παλιότερα, με σύντομα σχετικά αυτοσχόλια, τα οποία, αυτή τη φορά, θα μπορούσαν και να λείπουν. Θα περίμενε κανείς μετά από μια εικοσαετία-τριακονταετία ότι ο μεγάλος αργεντινός συγγραφέας δεν θα υπέκυπτε στον πειρασμό να …αντιγράψει τον εαυτό του. Βέβαια τα κείμενά του δεν υστερούν σε ποιότητα από εκείνα που τον ανέδειξαν παλιότερα. Δεν μαρτυρούν όμως κανενός είδος εξέλιξη ή διαφοροποίηση (αν εξαιρέσει κανείς ένα αφήγημα με το μοναδικό ερωτικό θέμα της συγγραφικής του καριέρας), όπως πρέπει να συμβαίνει με κάθε συγγραφέα που επιμένει να είναι ενεργός επί μισόν αιώνα τουλάχιστον. Παρ' όλο που, στην περίπτωσή μας, είναι φανερό ότι η δημιουργική φαντασία του αρχίζει να τον προδίδει.
Ο συγγραφέας στο προλογικό του σημείωμα επισημαίνει: «Δε γράφω για μια εκλεκτή μειοψηφία, που δε σημαίνει τίποτε για μένα, αλλά ούτε για εκείνη τη χιλιολιβανισμένη πλατωνική κατηγορία που είναι γνωστή ως «οι μάζες». Δυσπιστώ και στις δυο αυτές αφαιρέσεις τις τόσο προσφιλείς στους δημαγωγούς. Γράφω για τον εαυτό μου και για τους φίλους μου. Γράφω ακόμη για να κάνω ευκολότερο το πέρασμα του χρόνου»
Ο φιλότιμος μεταφραστής, αυτή τη φορά, σε αντίθεση με την παλιότερη μεταφράστρια των εκδόσεων «Ερμής» (δες ανάρτησή μας της 6ης Σεπτεμβρίου 2011), επισημαίνει ότι η μετάφρασή του έγινε... από την αγγλική μετάφραση του Νόρμαν Τόμας ντι Τζιοβάνι (The book of the Sand, Penguin, 1979), ο οποίος κατά το παρελθόν συνεργάστηκε με τον Μπόρχες για τη μετάφραση έργων του στην αγγλική γλώσσα. Και σημειώνει ο μετφραστής: «Όπως κι αν έχει το πράγμα, η πίστη ότι μετέφρασα ένα έγκυρο κείμενο, ανακουφίζει την ενοχή μου για την άγνοια του πρωτοτύπου». Και πρέπει να σημειώσουμε ότι το αποτέλεσμα είναι υποδειγματικό.

Καλλικράτεια, Σεπτέμβριος 2011




Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2011

Ιστορίες

ΙΣΠΑΝΟΦΩΝΟ ΔΙΗΓΗΜΑ
ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ
JORGE LUIS BORGHES
ΙΣΤΟΡΙΕΣ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΚΑΤΙΑ ΓΟΥΊΛΣΟΝ
ΕΡΜΗΣ 1975 (1981)
σελ. 208



Ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες, μια εμβληματική και ιδιότυπη φυσιογνωμία της λατινο- αμερικανικής λογοτεχνίας, γνωστός σήμερα για τα σύντομα και περιεκτικά αφηγήματά του, καθώς τόσο η ποιητική του παραγωγή όσο και δοκιμιακή του δραστηριότητα θα ενδιαφέρουν σήμερα, φανταζόμαστε, μόνο τους μελετητές της ισπανόφωνης λογοτεχνίας, γεννήθηκε στο Μπουένος Άιρες το 1899 και πέθανε το 1986 στη Γενεύη. Χαρακτηριστικά της ζωής του και της προσωπικότητάς του υπήρξαν η προοδευτική τύφλωσή του, η αντίθεσή του προς το καθεστώς των περονιστών, μια κοσμοπολίτικη αντίληψη που τον διέκρινε καθ΄ όλη τη διάρκεια της ζωής του, ένας αμέριστος θαυμασμός για την αγγλική γλώσσα και κουλτούρα αλλά και για το Ισραήλ , «το παλιότερο και συγχρόνως το νεότερο κράτος του κόσμου». Το 1961 μοιράστηκε, άγνωστος αυτός, με τον Σάμουελ Μπέκετ το βραβείο Φορμεντόρ, γεγονός που άρχισε να τον κάνει γνωστό και στην Ευρώπη. Στη χώρα μας έχουν μεταφραστεί κατά διαστήματα, σχεδόν όλα τα πεζά του με κορυφαία την έκδοση «Άπαντα τα Πεζά» σε μετάφραση από τα ισπανικά του Αχιλλέα Κυριακίδη (Ελληνικά Γράμματα, 2005).
Η έκδοση που θα μας απασχολήσει εδώ, περιέχει μια χαρακτηριστική συλλογή από τα αφηγήματά του και η μετάφρασή της έγινε από αντίστοιχη αγγλική έκδοση που δεν αναφέρεται. Ο συντάκτης αυτής της ανάρτησης αρχικά είχε πολλές επιφυλάξεις για την ποιότητα αυτής, της από δεύτερο χέρι, μετάφρασης. Μια σύγκρισή της όμως με την αντίστοιχη μετάφραση από το πρωτότυπο τον καθησύχασε: πρόκειται για μια άκρως επιμελημένη και δημιουργική μετάφραση, καθώς ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες, βαθύς γνώστης ο ίδιος της αγγλικής επιμελούνταν ο ίδιος τις μεταφράσεις των έργων του στα αγγλικά. Μας εξομολογείται μάλιστα κάπου ότι τον 'Δον Κιχώτη' τον διάβασε για πρώτη φορά από την αγγλική του μετάφραση. Κι όταν τον γνώρισε αργότερα από το πρωτότυπο, στη μητρική του γλώσσα, απογοητεύτηκε. Εξακολούθησε λοιπόν να θεωρεί αυθεντική την αγγλόφωνη έκδοσή του!
Οι «Ιστορίες» λοιπόν αποτελούν ένα απάνθισμα από 21 αφηγήματα του Μπόρχες, ένα αυτοβιογραφικό του σημείωμα, υπαγορευμένο βέβαια σε τρίτο άτομο λίγο μετά το 1970, καθώς ο ίδιος ήταν ήδη τυφλός, και μια σειρά από αντίστοιχα χρησιμότατα αυτοσχόλια για όλα τα κείμενα της έκδοσης.
Τα κείμενα καλύπτουν όλο το φάσμα της δημιουργικής δραστηριότητας του συγγραφέα στο είδος της μυθοπλασίας (Ficciones), από το 1933 ως το 1969. Χαρακτηριστικά αυτής της ιδιότυπης αφήγησης είναι ένα μίγμα ρεαλισμού, που παραπέμπει στο δοκιμιακό ύφος, και μεταφυσικής αντίληψης που έλκει την καταγωγή της στις λογοτεχνίες της Ανατολής, στις Χίλιες και μια Νύχτες ας πούμε. Τα θέματά της τοποθετημένα με σχολαστική ακρίβεια στο χώρο και στο χρόνο με όλους τους ήρωές τους ονοματισμένους και «υπαρκτούς», οδηγούν στην αρχή τον αναγνώστη στην αίσθηση ότι έχει να κάνει με πραγματικές αφηγήσεις μέσα σε ένα συγκεκριμένο χρόνο και χώρο. Σύντομα όμως αντιλαμβάνεται ότι έχει πέσει θύμα μιας καλπάζουσας φαντασίας του συγγραφέα, αλλά και πάλι του είναι εξαιρετικά δύσκολο να ξεχωρίσει το πραγματικό από το φανταστικό. Η διήγησή του ξεναγεί τον αναγνώστη σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη του υπαρκτού αλλά και του φανταστικού γεωγραφικού κόσμου, από τις μυστηριακές γειτονιές του Μπουένος Άιρες και την αργεντίνικη πάμπα, ως την ύπαιθρο της Κορνουάλης και την πολύβουη Βομβάη. Οι παραλλαγές των ιστοριών του φαντάζουν ατέλειωτες και δε λείπει συχνά και μια έντονη τάση αυτοσαρκασμού. Αυτά το χαρακτηριστικά ακριβώς αποτελούν και την πεμπτουσία του ύφους του Μπόρχες. Ο ίδιος εξάλλου ομολογεί στο αυτοβιογραφικό του σημείωμα ότι επηρεάστηκε τόσο από τα παραμύθια της Ανατολής, όσο κι από τη λογοτεχνική παράγωγή του Πόε και του Κίπλινγκ .

Ο συγγραφέας δεν έχει ασχοληθεί ποτέ του με το μυθιστόρημα.


Καλλικράτεια, Σεπτέμβριος 2011